§24. Φορολογικά και τελωνειακά προνόμια

Παν panoramic view of Mount Athos and the temple at the topΣχετικά με την ιδιαίτερη προνομιακή θέση του Αγίου Όρους στον τομέα της φορολογίας και των τελωνειακών ρυθμίσεων, υπάρχουν ειδικές αναφορές στο Σύνταγμα, στον Καταστατικό Χάρτη του Άθω, καθώς και στο νομοθετικό διάταγμα της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926.

1. Όπως ορίζεται στην αντίστοιχη συνταγματική διάταξη: «Με νόμο επίσης καθορίζονται η δικαστική εξουσία που ασκούν οι μοναστηριακές αρχές και η Ιερή Κοινότητα, καθώς και τα τελωνειακά και φορολογικά πλεονεκτήματα του Αγίου Όρους.» (άρθ. 105 παρ. 5). Λαμβάνοντας υπόψη την αυτοδιοίκηση του Άθω και δεδομένου ότι η άσκηση της δικαστικής εξουσίας από τις μοναστικές αρχές και την Ιερά Κοινότητα αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο της αθωνικής πολιτείας, μπορούμε να συμπεράνουμε πως ο νόμος που ρυθμίζει τέτοιου είδους ζητήματα, καθώς και όλα τα σχετικά φορολογικά προνόμια του Αγίου Όρους, δεν καθορίζεται από τίποτα πέρα από τον Καταστατικό Χάρτη.

Εάν δεχόμασταν την αντίθετη άποψη, σύμφωνα με την οποία η διάταξη του άρθρου 105 του Συντάγματος (παρ. 5) αποτελεί μια απλή νομοθετική ρύθμιση, τότε θα οδηγούμασταν σε επιμέρους περιορισμούς και τελικά σε απώλεια του προνομιακού καθεστώτος της αθωνικής γης. Εάν δεν υπήρχαν οι ελάχιστες προϋποθέσεις που απαιτούνται για την τροποποίηση του Καταστατικού, ο νομοθέτης θα μπορούσε, ανά πάσα στιγμή και κατά τη δική του κρίση, να παρέμβει στο Καταστατικό με τροποποιήσεις, ακόμη και στα σημεία που αφορούν την αυτοδιοίκηση του Άθω (εν προκειμένω, στα σημεία που αφορούν την άσκηση της δικαστικής εξουσίας στο Άγιον Όρος).

Ακόμη, όμως, και αν συμφωνήσουμε με τη θέση πως στο Σύνταγμα αναφέρεται μια απλή νομοθετική ρύθμιση, δεν είναι δυνατόν να υιοθετούμε μια στάση που αντιβαίνει στους γενικότερους όρους του Συντάγματος, όπως και στον Καταστατικό Χάρτη, ο οποίος έχει ανώτερη νομική ισχύ.

2. Στην πρώτη ενότητα του Καταστατικού, με τίτλο «Γενικόν», περιέχεται η εξής αναφορά: «Το Άγιον Όρος απολαύει, κατά τα ανέκαθεν κρατούντα, ειδικών προνομίων και ασυδοσιών, ως ταύτα συγκεκριμένως διατυπούνται εν διατάξεσι του παρόντος Καταστατικού Χάρτου» (άρθρο 12 του Καταστατικού, εφεξής Κ.).

Από το κείμενο προκύπτει αδιαμφισβήτητα πως το Άγιον Όρος απολαμβάνει «κατά τα ανέκαθεν κρατούντα», δηλαδή σύμφωνα με το αρχαίο προνομιακό του καθεστώς, αφενός ειδικά προνόμια και αφετέρου απαλλαγή από φόρους. Ήδη από τη βυζαντινή εποχή, εκτός από τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τα προνόμια που παραχωρήθηκαν αποκλειστικά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, εφαρμοζόταν, μεταξύ άλλων, πλήρης απαλλαγή από φόρους. Συνήθως η απαλλαγή αυτή των μονών και των μοναστικών αδελφοτήτων από την κρατική φορολογία συνδεόταν με την ανεξαρτησία, την αυτοδιοίκηση και την ελευθερία των μοναστηριών, έτσι ώστε να μπορούν να θεωρηθούν, τρόπον τινά, αυτόνομες περιοχές εντός του βυζαντινού κράτους.

Εκτός από τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα που σχετίζονταν με την απαλλαγή συγκεκριμένων μοναστηριών του Αγίου Όρους, όπως της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας, της Ιεράς Μονής Ιβήρων, της Ιεράς Μονής Αμαλφηνών κ.λπ., υπήρχε ακόμη διάταγμα του αυτοκράτορα Αλέξιου Α' Κομνηνού του 1094 ή 1109, στο οποίο διατυπωνόταν ρητά πως «το Άγιον Όρος είναι ελεύθερο και οι μοναχοί που διαβιούν σε αυτό δεν φέρουν κανένα φορολογικό βάρος έως συντέλειας του κόσμου».

Ερείπια της μονής Ζίγου στα σύνορα της μοναστικής δημοκρατίαςΗ πλήρης φορολογική ελευθερία, την οποία παραχώρησαν οι βυζαντινοί αυτοκράτορες ως προνόμιο σε συγκεκριμένα μοναστήρια και μοναστικές κοινότητες, διατηρείται με τον μεταγενέστερο όρο «ασυδοσία», που εμφανίζεται από τις αρχές του 19ου αιώνα και σημαίνει κυριολεκτικά την «άρνηση να συμβάλλω» (α + συν + διδω).

Επομένως, στο Καταστατικό της αθωνικής γης, εκτός από ειδικά προνόμια, πολυάριθμα και ποικιλόμορφα (δικαστικά, πνευματικά, ατομικά, τελωνειακά κ.λπ.), αναφέρεται ακόμη η πλήρης απαλλαγή των μοναστηριών του Άθω από την επιβολή φόρων.

II. Όσον αφορά το νομοθετικό διάταγμα της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926, το οποίο, όπως έχει ήδη αναφερθεί, όχι μόνο επικυρώνει αλλά και επιφέρει τροποποιήσεις στο Καταστατικό του Αγίου Όρους, αυτό περιέχει (στην πρώτη ενότητα, με τίτλο «Πλεονεκτήματα και ασυδοσίαι Αγίου Όρους») ένα άρθρο με τις εξής αναφορές: «Το Άγιον Όρος διαθέτει τελωνειακά και φορολογικά προνόμια: α) Τα τελωνειακά συνίστανται σε... β) Τα φορολογικά προνόμια του Αγίου Όρους είναι τα ακόλουθα:...» (άρθρο 2).

Το άρθρο αυτό αντιφάσκει τόσο στο άρθρο 12 του Καταστατικού όσο και στον ίδιο τον τίτλο που του έχει δοθεί, και στον οποίο αναφέρονται, από τη μία πλευρά τα προνόμια και από την άλλη η απαλλαγή από φόρους. Στο άρθρο, ωστόσο, γίνεται αναφορά μόνο στα φορολογικά και τελωνειακά προνόμια, τα οποία και περιγράφονται αναλυτικά. Περιορίζεται, έτσι, η ευρύτερη εφαρμογή της πλήρους απαλλαγής από φόρους, όπως ορίζεται στο Καταστατικό.

Συμπερασματικά, το νομοθετικό διάταγμα της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 περιέχει διατάξεις που διαστρεβλώνουν, παραλείπουν και τελικά περιορίζουν τις ρυθμίσεις του Καταστατικού του Άθω σχετικά με τη φορολογία, οι οποίες αντιθέτως θα έπρεπε να επικυρωθούν. Έτσι, προκύπτει το συμπέρασμα πως οι διατάξεις αυτές αντιτίθενται στο πνεύμα των ρυθμίσεων του Καταστατικού και αμφισβητούν το αρχαίο προνομιακό καθεστώς του Άθω, το οποίο αναγνώρισαν και εγγυήθηκαν όλες οι κρατικές αρχές κατά τη διάρκεια περισσότερων από χιλίων χρόνων ιστορίας της αθωνικής γης. Αμφισβητείτε ακόμη η φορολογική ελευθερία και η ανεξαρτησία των μοναστηριών του Άθω σε σχέση με τη διαχείριση της περιουσίας τους, όπου και αν αυτή βρίσκεται, εντός του Άθω και εκτός αυτού, ως μετοχίου και, συνεπώς, ως περιοχής στην οποία εκτείνεται η αυτοδιοίκηση.

III. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει διαμορφωθεί ένα σύστημα απαλλαγής του Αγίου Όρους από διάφορους γενικούς και ειδικούς φόρους, πράγμα που αντιβαίνει και, όπως αποδείχθηκε παραπάνω, δεν είναι συμβατό με το Σύνταγμα και τον Καταστατικό Χάρτη, ο οποίος διατηρεί ανώτερη νομική ισχύ. Πρόκειται, συνεπώς, για μια αντισυνταγματική και άνομη ρύθμιση.

1. Έτσι, το Άγιον Όρος σε διάφορες ενδεικτικές περιπτώσεις απαλλάχθηκε από: α) τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων (άρθρο 6 του νομοθετικού διατάγματος № 3843/1958), β) τον φόρο κληρονομιάς και δωρεάς (άρθρο 1, 34 και 43 του νομοθετικού διατάγματος № 118/1973), γ) τον φόρο ακινήτων (άρθρο 21 και 2 του νόμου № 1249/1982), δ) τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) (άρθρο 1 παρ. 2 του νόμου № 1642/1986), ε) τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων (άρθρο 14 παρ. 7 του νόμου № 1882/1990), στ) τον φόρο αυτόματου υπερτιμήματος (άρθρο 16 παρ. 7 του νόμου № 1882/1990), ζ) τα τέλη για την ακίνητη περιουσία (άρθρο 24 παρ. 7 παρ. 2 του νόμου № 2130/1993), η) τον φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας (άρθρο 23 παρ. 12 του νόμου № 2459/1997), θ) τον ειδικό φόρο επί των ακινήτων (άρθρο 15 του νόμου № 3091/2002 όπως ισχύει σήμερα).

Καρυές, πρωτεύουσα της μοναστικής δημοκρατίας Άθως2. Η απαλλαγή του Αγίου Όρους από τη φορολογία έχει μεταβληθεί τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης του ελληνικού κράτους. Έτσι, επιβάλλονται πλέον ορισμένοι φόροι όπως: α) ο φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) 19% στις νέες οικοδομές (άρθρο 1 του νόμου № 3427/2005), β) τα ετήσια τέλη ακινήτων για ακίνητα που ανήκουν σε μονές του Αγίου Όρους εκτός της αθωνικής επικράτειας και τα οποία χρησιμοποιούνται από τρίτους, με συντελεστή 0,1% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου (άρθρο 11 του νόμου № 3634/2008), γ) ο φόρος ακινήτων για ακίνητα που ανήκουν σε μονές του Αγίου Όρους εκτός της αθωνικής γης και τα οποία χρησιμοποιούνται από τρίτους, με συντελεστή 0,3% της αξίας του ακινήτου (εισήχθη μετά την κατάργηση του ετήσιου τέλους ακινήτων από 1 Ιανουαρίου 2010) (άρθρο 36 παρ. 2 και 3 του νόμου № 3842/2010), δ) ο φόρος 20% στα εισοδήματα που προκύπτουν από ενοικίαση κτιρίων και οικοπέδων (άρθρο 12 του νόμου № 3842/2010), ε) το έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών (Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε.) για ακίνητα που ανήκουν σε μονές του Αγίου Όρους και χρησιμοποιούνται από τρίτους (άρθρο 53 του νόμου № 4021/2011).

3. Μόνη συνεπής θέση του ελληνικού κράτους θα μπορούσε να θεωρηθεί η πλήρης απαλλαγή από τη φορολόγηση των εκτάσεων εντός της αθωνικής πολιτείας, όπως επιτάσσει το αρχαίο προνομιακό καθεστώς του Αγίου Όρους, το Σύνταγμα και ο Καταστατικός Χάρτης, καθώς η τελευταία δεν αναιρείται από τις διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926.

Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική νομοθεσία θα μπορούσε να μιμηθεί την ιδιαίτερη σχέση που έχει διαμορφωθεί μεταξύ του Άθω και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία κατά την έκδοση διαφόρων κανονισμών και οδηγιών εξαιρεί το Άγιον Όρος από το πεδίο εφαρμογής τους ή δεν το περιλαμβάνει εξ αρχής. Θα έπρεπε, δηλαδή, σε κάθε νόμο που αφορά τη φορολογία, να αναφέρεται ειδικά πως οι επιμέρους διατάξεις δεν αφορούν το Άγιον Όρος λόγω του ιδιαίτερου προνομιακού του καθεστώτος.

IV. Όσον αφορά τα τελωνειακά προνόμια του Αγίου Όρους (άρθρο 2 παρ. 2 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926), αυτά περιλαμβάνουν την απαλλαγή από τους δασμούς εισαγωγής αγαθών, τα οποία είναι απαραίτητα για την κάλυψη των αναγκών των μονών και των υπολοίπων ιδρυμάτων του Άθω, έως το ποσό των χιλίων χρυσών δραχμών ανά μοναχό ετησίως (άρθρο 167 Κ.). Η αξία της «χρυσής δραχμής» ισούται σήμερα με 2,5 ευρώ. Τα αγαθά που εισάγονται πέρα από αυτό το ποσό, ή που προορίζονται για εμπορικούς σκοπούς, υπόκεινται σε υποχρεωτική επιβολή δασμών.

Απαλλαγμένα από οποιαδήποτε τέλη είναι επίσης τα προϊόντα που εξάγονται από το Άγιον Όρος, συμπεριλαμβανομένου του ξύλου (άρθρο 168 Κ.)

Τέλος, από τα τέλη χαρτοσήμου απαλλάσσεται οποιαδήποτε συμφωνία συνάπτεται από τις εξουσιοδοτημένες μοναστικές αρχές ή την Ιερά Κοινότητα και η οποία αφορά την παραχώρηση δικαιωμάτων σε ακίνητη περιουσία εντός της περιοχής του Αγίου Όρους (άρθρο 2 παρ. 4 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926).

Πάνω