§29. Εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων

Τα σύνορα της μοναστικής πολιτείας του Αγίου ΌρουςI. Οι δικαστικές αποφάσεις θεωρούνται εκτελέσιμες όταν, τόσο όσον αφορά το περιεχόμενο όσο και σχετικά με τις τυπικές προϋποθέσεις, αυτές αναγνωρίζονται ως «κανονικές» και συμφωνούν με τον Καταστατικό Χάρτη του Αγίου Όρους (άρθρο 78).

Κατά συνέπεια, εκτελούνται:

  1. Οι τελικές αποφάσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ιεράς Συνόδου.
  2. Οι τελικές αποφάσεις του ειδικού δικαστηρίου, που αποτελείται από την τριμελή Εξαρχία του Οικουμενικού Θρόνου και από την Έκτακτη Εικοσαμελή Συνέλευση (άρθρο 9 παρ. 3 νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926).
  3. Όλες οι αποφάσεις του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου σχετικά με εκκλησιαστικές και πειθαρχικές παραβάσεις, εκτός εάν έχει υποβληθεί εγκαίρως έφεση. Στην περίπτωση αυτή, η εκτέλεση της απόφασης αναβάλλεται μέχρι να εκδοθεί απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ακόμη και αν οι αρμόδιες δικαστικές αρχές δεν τηρήσουν τις προβλεπόμενες προθεσμίες (άρθρο 13 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 σε συνδυασμό με το άρθρο 73-74 του Καταστατικού Χάρτη).
  4. Όλες οι αποφάσεις που δεν δύναται να δεχτούν έφεση, σχετικά με διαφορές ιδιωτικού δικαίου, δηλαδή σχετικά με την οριοθέτηση των συνόρων των μονών και με οικονομικές διαφορές, και οι οποίες εξετάστηκαν από την ανώτερη βαθμίδα χωρίς να τους ασκηθεί εγκαίρως έφεση. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η απόφαση δύναται να αναγνωριστεί ως προσωρινή και όχι τελική (με απόφαση του δικαστηρίου που διεξάγει τη δίκη, κατόπιν αιτήματος μιας από τις διαδίκους πλευρές και εφόσον έχει γίνει ακρόοαση και της αντίδικης πλευράς).

II. Η εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων ανατίθεται από τον νόμο στον διοικητή του Αγίου Όρους, ο οποίος δίνει τις αντίστοιχες εντολές στις αρμόδιες κρατικές αρχές και τα εκτελεστικά όργανα. Κατά την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων, θα πρέπει πάντα να παρίσταται ένας από τους επιτρόπους, εκτός από τον Πρωτεπιστάτη, ο οποίος έχει απαλλαγεί «από παρόμοια καθήκοντα» (άρθρο 4 παρ. 3 και 34 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 και άρθρο 8 του Χάρτη).

Ο διοικητής δεν έχει το δικαίωμα να παρέμβει σε «νόμιμα ληφθείσες και ανακοινωθείσες προς εκτέλεση» αποφάσεις του δικαστηρίου (άρθρο 4 παρ. 4 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926). Ωστόσο, υπάρχει η άποψη ότι υποχρεούται να ελέγχει τη νομιμότητα των αποφάσεων που καλείται να εκτελέσει, ενώ η πιθανή άρνησή του να εκτελέσει την απόφαση του δικαστηρίου αποτελεί νόμιμη διοικητική πράξη, για την ακύρωση της οποίας απαιτείται έλεγχος από το Συμβούλιο της Επικρατείας.

Δικαστικές αποφάσεις που επιβάλλουν ποινές εκκλησιαστικού περιεχομένου, όπως π.χ. στέρηση αξιώματος, ανάγνωση προσευχών με κομποσκοίνι κ.λπ., εκτελούνται χωρίς την παρέμβαση κάποιας κρατικής εξουσίας. Ωστόσο γνωστοποιούνται στη διοίκηση του Αγίου Όρους (άρθρο 8 § 2 του νομοθετικού διατάγματος της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926).

Πάνω