§17. Απαγόρευση εισόδου των γυναικών στο Άγιον Όρος

Μεταφορά ιερών αντικειμένων κατά τη διάρκεια κρουαζιέρας γύρω από τις ακτές του Αγίου ΌρουςΠλήθος γραπτών πηγών αναφέρει το Άγιον Όρος ως κλειστή περιοχή. Ήδη από το 883 μ.Χ., ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α' ο Μακεδών, με σιγίλλιο που εκδόθηκε την ίδια εποχή, λίγες δεκαετίες πριν από την ίδρυση της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας όταν στο Άγιον Όρος εγκαταβίωναν κυρίως αναχωρητές, απαγόρευε την είσοδο στην αθωνική γη βοσκών με κοπάδια ζώων.

Ακολούθησαν το Τυπικό του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη (959), εισηγητή του κοινοβιακού τρόπου οργάνωσης των μονών, το Τυπικό του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή (972), το Τυπικό του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μονομάχου (1046), το Γ' Τυπικό (Όρος και Τόμος ή Τύπος) (1394) και το χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Μανουήλ Β' Παλαιολόγου (1406). Σε όλα τα παραπάνω γίνεται ρητή αναφορά στην απαγόρευση εισόδου στο Άγιον Όρος παιδιών, εφήβων, ευνούχων, θηλυκών ζώων και, εμμέσως πλην σαφώς, γυναικών (σε περίπτωση που αυτές προσπαθούσαν να εισέλθουν ντυμένες ως ευνούχοι ή νεαρά αγόρια).

Παρόμοιες διατάξεις περιέχονται και σε πηγές του αγιορείτικου δικαίου κατά την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας. Μεταξύ αυτών είναι τα σιγίλλια του Πατριάρχη Ιωακείμ (1498), το Τυπικό του Πατριάρχη Ιερεμία Β' (1574), το Τυπικό του περί Πρώτου (1780), το Ζ' Τυπικό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε' (1806), οι εσωτερικοί κανονισμοί της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος το 1839 και 1905 και οι «Γενικοί κανονισμοί του Αγίου Όρους (Άθω)» το 1912.

Στις αποφάσεις αυτές, γίνεται λόγος κυρίως για την απαγόρευση εισόδου μικρών παιδιών, ευνούχων και θηλυκών ζώων, ενώ δεν υπάρχουν ρητές αναφορές στην απαγόρευση εισόδου των γυναικών, πιθανόν επειδή οι παραβάσεις αυτού του είδους δεν ήταν εξίσου συχνές. Έτσι, το άβατο του Αγίου Όρους, όσον αφορά τις γυναίκες, δεν εκφράζεται άμεσα στα πρώτα κανονιστικά έγγραφα της αθωνικής πολιτείας, καθώς ο σχετικός κανόνας ήταν ήδη γνωστός, εφαρμοζόταν αυστηρά και απαρέγκλιτα.

Συμπερασματικά, το Άγιον Όρος ήταν μια κλειστή επικράτεια για τις γυναίκες, σύμφωνα με τους παραδοσιακούς νόμους και τις παραδεδομένες αρχές του τόπου. Ο κανονισμός γινόταν σεβαστός τόσο από τους μοναχούς όσο και από τους κοσμικούς, ως άγραφος θεσμός του κανονικού δικαίου.

I. Ο κανόνας περί απαγόρευσης εισόδου των γυναικών επιβεβαιώνεται από το ισχύον δίκαιο με σχετική ρύθμιση του Καταστατικού, όπου αναφέρεται πως η είσοδος γυναικών στο Άγιον Όρος απαγορεύεται σύμφωνα με την αρχαία παράδοση του τόπου (άρθρο 186 του Καταστατικού, εξεφής Κ.). Ωστόσο, η διάταξη αυτή αποδείχθηκε ελλιπής από άποψη δημοσίου δικαίου, καθώς δεν προέβλεπε καμία ποινή σε περίπτωση παραβίασής της. Από όλες τις πιθανές ποινές, ήταν μόνο μία αυτή που ήταν δυνατό και θεμιτό να εφαρμοστεί, η εκδίωξη από την περιοχή του Αγίου Όρους της γυναίκας η οποία παραβίαζε τον κανονισμό.

Αργότερα, η διάταξη συμπληρώθηκε με νόμο που προέβλεπε συγκεκριμένη ποινή για την παράνομη είσοδο στο Άγιον Όρος. Αφορμή αποτέλεσε η αποβίβαση στις αθωνικές ακτές αρκετών γυναικών κατά τη διάρκεια εκδρομής στο Άγιον Όρος, στο πλαίσιο του IX Διεθνούς Συνεδρίου Βυζαντινολόγων που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη τον Απρίλιο του 1953. Με τη νομοθετική ρύθμιση αριθμ. 2623 της 19ης Σεπτεμβρίου 1953, προστέθηκε στον νόμο της 10/16 Σεπτεμβρίου 1926 το άρθρο 43β, στο οποίο καθορίστηκε πως η παραβίαση του άρθρου 186 του Καταστατικού σχετικά με την απαγόρευση εισόδου των γυναικών στο Άγιον Όρος επισύρει ποινή φυλάκισης από δύο μήνες έως ένα έτος. Σήμερα η ποινή αυτή, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, μπορεί να αντικατασταθεί με την επιβολή χρηματικής ποινής.

II. Μέσα στη μακραίωνη πορεία της αθωνικής πολιτείας προέκυψαν επανειλημμένως πολλές ανησυχίες σχετικά με τη συνταγματικότητα του νομοθετικού αυτού όρου που επιβεβαιώνει το άβατο του Αγίου Όρους.

Με μια πρώτη ματιά μπορεί κανείς να διακρίνει την αντίφαση του αβάτου με την ιδέα της ισότητας και/ή τον περιορισμό της προσωπικής ελευθερίας. Τόσο η ιδέα της ισότητας όσο και το δικαίωμα ελεύθερης μετακίνησης των ατόμων διασφαλίζονται όχι μόνο μέσα από το ελληνικό σύνταγμα, αλλά και μέσα από πλήθος διεθνών συμφωνιών, οι οποίες έχουν εγκριθεί από την Ελλάδα και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού δικαίου. Μάλιστα, σύμφωνα με συνταγματική διάταξη, είναι ανώτερες έναντι οποιουδήποτε νόμου τις αντιβαίνει (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος).

Κρουαζιέρα γύρω από το Άγιον Όρος για γυναίκες με μεταφορά λειψάνων1. Η ιδέα της ισότητας, την οποία εγγυάται το σύνταγμα, υποχρεώνει τον νομοθέτη να αντιμετωπίζει ισότιμα όλους τους Έλληνες πολίτες που βρίσκονται σε ανάλογες συνθήκες, ενώ απαγορεύει την πιο ήπια ή πιο αυστηρή μεταχείριση ατόμων, ακόμη και ως εξαίρεση.

Ωστόσο, ο κανόνας της ισότητας δεν αποκλείει τη δυνατότητα εφαρμογής διαφορετικών νομοθετικών ρυθμίσεων σε επιμέρους περιπτώσεις που αφορούν διαφορετικές ή ειδικές περιστάσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, μάλιστα, η ειδική μεταχείριση επιβάλλεται από τους επιμέρους διαφορετικούς και ειδικούς λόγους (κοινωνικούς, οικονομικούς, θρησκευτικούς κ.λπ.)  που τις διακατέχουν, αρκεί η διαφορετική μεταχείριση να είναι αντικειμενική και να βασίζεται σε γενικά και αμερόληπτα κριτήρια.

Κάτι παρόμοιο ισχύει σχετικά με το άβατο του Αγίου Όρους. Απαγορεύεται η είσοδος όλων των γυναικών ανεξαιρέτως. Η παραβίαση του κανόνα της ισότητας θα ίσχυε στην περίπτωση που η είσοδος επιτρεπόταν μόνο σε ορισμένες κατηγορίες γυναικών ή μόνο σε γυναίκες που πληρούσαν κάποια ειδικά κριτήρια.

2. Όσον αφορά την προσωπική ελευθερία, η οποία, σύμφωνα με το σύνταγμα, δεν μπορεί να προσβληθεί, αυτή, όπως και κάθε προσωπικό δικαίωμα, δεν είναι απεριόριστη. Στο σύνταγμα εκφράζεται ρητά πως η ελευθερία μετακίνησης δύναται να περιοριστεί, όταν και όπως το επιτάσσει ο νόμος. Φυσικά, οι λόγοι περιορισμού της προσωπικής ελευθερίας, ιδίως της ελευθερίας μετακίνησης, δεν είναι αυθαίρετοι. Οφείλουν να αιτιολογούνται με σοβαρά επιχειρήματα, τα οποία προστατεύουν σημαντικά κοινωνικά ή δημόσια συμφέροντα, ενώ ο εκάστοτε δικαστής καλείται να ελέγχει την εγκυρότητα των ισχυρισμών.

Έτσι, όπως κανείς δεν αμφιβάλλει για τη συνταγματικότητα άλλων περιπτώσεων περιορισμού της ελευθερίας μετακίνησης προσώπων, όπως στην περίπτωση της απαγόρευσης εισόδου σε στρατηγικής σημασίας περιοχές ή της απαγόρευσης άσκησης του κυνηγιού και της αλιείας σε συγκεκριμένες περιοχές ή συγκεκριμένες εποχές του έτους, έτσι και στην περίπτωση της απαγόρευσης εισόδου γυναικών στο Άγιον Όρος δεν τίθεται θέμα παραβίασης των διατάξεων του συντάγματος.

III. Συνοψίζοντας, οι διάφορες αμφιβολίες που προκύπτουν σχετικά με την πιθανή αντισυνταγματικότητα της απαγόρευσης πρόσβασης στον Άθω, δύνανται να αντικρουστούν τεκμηριωμένα, αποδεικνύοντας πως το άβατο του Αγίου Όρους δεν αντιβαίνει στις διατάξεις του συντάγματος.

1. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, επικρατούσε η άποψη πως η απαγόρευση εισόδου των γυναικών στον Άθω είναι βασισμένη πάνω στο άρθρο 105 του Συντάγματος. Θεωρούνταν δηλαδή πως η διάταξη του Συντάγματος που επιβεβαιώνει την ειδική προνομιακή θέση του Αγίου Όρους, εμπεριέχει την έννοια της αυτοδιοίκησης και τον κανόνα περί αβάτου, πράγμα που περιλαμβάνεται στον Καταστατικό Χάρτη της αθωνικής πολιτείας. Ο τελευταίος, σύμφωνα με συνταγματική αναφορά, οφείλει να αναγνωρίζεται από την Ελληνική Βουλή ακριβώς όπως έχει εγκριθεί από τις είκοσι κυρίαρχες μονές, χωρίς δυνατότητα τροποποίησης.

2. Ωστόσο, πέρα από τα παραπάνω, υπάρχουν και άλλα επιχειρήματα υπέρ της νομιμότητας της εφαρμογής του αβάτου και της απαγόρευσης εισόδου των γυναικών στο Άγιον Όρος. Τα επιχειρήματα αυτά βασίζονται πάνω σε δύο θεμελιώδεις παράγοντες.

Ο πρώτος είναι η θρησκευτική ελευθερία. Το άβατο του Αγίου Όρους βασίζεται στο συνταγματικά επιβεβαιωμένο προσωπικό δικαίωμα στη θρησκευτική ελευθερία (άρθρο 13 του Συντάγματος), το οποίο προστατεύεται επίσης από μια σειρά διεθνών συμφωνιών που έχουν αναγνωριστεί από το ελληνικό κράτος. Το δικαίωμα αυτό, ποιοτικά διακριτό από την κρατική θρησκευτική ανοχή, συνεπάγεται, εκτός των άλλων, την υποχρέωση της πολιτείας να διασφαλίσει τη δυνατότητα ήσυχης άσκησης της θρησκευτικής πίστης.

Για όλους τους μοναχούς και ιδιαίτερα για όσους ασκούνται στον Άθω, η πεποίθηση σχετικά με τη διατήρηση της παρθενίας αποτελεί θεμέλιο λίθο της μοναστικής ζωής. Συνδέεται με τον τρόπο λατρείας του Θεού, ισχυροποιεί τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και, επομένως, αποτελεί σημαντικό στοιχείο της θρησκευτικής συνείδησης, η ελευθερία της οποίας προστατεύεται συνταγματικά.

Σταυρός κοντά στις ακτές του Αγίου ΌρουςΟ δεύτερο παράγοντας είναι η προστασία της ιδιοκτησίας. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, στην περιοχή του Αγίου Όρους το δικαίωμα ιδιοκτησίας ανήκει στις είκοσι μονές, "μεταξύ των οποίων είναι κατανεμημένη ολόκληρη η χερσόνησος του Άθω, το έδαφος της οποίας είναι αναπαλλοτρίωτο" (άρθρο 105 παρ. 2 του Συντάγματος).

Από τη θέση αυτή προκύπτει πως ολόκληρη η χερσόνησος του Αγίου Όρους αποτελεί ιδιωτική ιδιοκτησία των είκοσι μονών, στις οποίες ανήκει εδώ και αιώνες. Η απαγόρευση απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας αυτής, όπως διατυπώνεται στην ίδια διάταξη, επιβεβαιώνει τον παραπάνω ισχυρισμό. Στόχος του αναπαλλοτρίωτου της αθωνικής χερσονήσου είναι η παρεμπόδιση τόσο του κράτους να οικειοποιηθεί μέρος της περιοχής, όσο και των ίδιων των μονών να πουλήσουν σε τρίτους την ιδιοκτησία τους. Έτσι, η έκταση του Αγίου Όρους αποτελεί ιδιωτική περιοχή, που υπόκειται στην αποκλειστική εξουσία των μοναστηριών.

Μετά από όλα τα παραπάνω, γίνονται αντιληπτοί οι όροι και οι προϋποθέσεις εφαρμογής του αβάτου. Τα μοναστήρια και η Ιερά Κοινότητα του Άθω διατηρούν το δικαίωμα απαγόρευσης εισόδου στην περιοχή τους, σε οποιοδήποτε πρόσωπο και, συνεπώς, σε όλες τις γυναίκες.

Πάνω