Ι. Το γεγονός ότι το Άγιον Όρος καταλήφθηκε από τις ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στις 2 Νοεμβρίου 1912, δεν σήμαινε αυτόματα την υπαγωγή της αθωνικής γης στην εξουσία του ελληνικού κράτους. Χρειάστηκαν περισσότερα από δέκα χρόνια λεπτών χειρισμών και επώδυνων διπλωματικών εργασιών, προκειμένου η χερσόνησος να θεωρηθεί επισήμως μέρος της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Φυσικά, ο Άθως είχε ήδη αποτελέσει στο παρελθόν αντικείμενο διεθνών συμφωνιών, συχνά σχετικών με την προστασία των δικαιωμάτων των μοναχών των διαφόρων εθνικοτήτων.
1. Ήδη στη Συνθήκη Ειρήνης του Αγίου Στεφάνου, η οποία υπογράφηκε στις 3 Μαρτίου 1878 βάζοντας τέλος στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877, γίνεται αναφορά στους μοναχούς του Αγίου Όρους και στο ευρύτερο ζήτημα της προστασίας των δικαιωμάτων του συνόλου των ρώσων υπήκοων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 22 παρ. 2 της συνθήκης αναφέρεται ότι οι «μοναχοί του Αγίου Όρους με ρωσική καταγωγή» διατηρούν όλα τα προνόμιά τους, καθώς και τα δικαιώματα που παρέχονται σε όλους τους άλλους μοναχούς και τις μονές της αθωνικής πολιτείας.
2. Μετά τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ακολούθησε η Συνθήκη του Βερολίνου, η οποία υπογράφηκε στις 13 Ιουλίου 1878 και αποτέλεσε την τελική συνθήκη ειρήνης του ρωσοτουρκικού πολέμου. Στο άρθρο 62 γίνεται λόγος για την προστασία της ελευθερίας της θρησκείας, ενώ διασφαλίζονται ξεχωριστά τα δικαιώματα των μοναχών του Αγίου Όρους.
Συγκεκριμένα, στο άρθρο 62 παρ. 8 της Συνθήκης του Βερολίνου αναφέρεται ότι οι μοναχοί του Άθω, ανεξαρτήτως της χώρας προέλευσής τους, διατηρούν την περιουσία τους και απολαμβάνουν, χωρίς καμία εξαίρεση, πλήρη ισότητα δικαιωμάτων και προνομίων.
Η διαφορά μεταξύ της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και της Συνθήκης του Βερολίνου είναι ότι η πρώτη προστατεύει και αναγνωρίζει την προνομιακή θέση του Αγίου Όρους μόνο για τους μοναχούς ρωσικής καταγωγής, ενώ η δεύτερη αναγνωρίζει και προστατεύει την προνομιακή θέση του Αγίου Όρους για όλους τους μοναχούς, αποτελώντας εγγύηση της ισότητας των δικαιωμάτων όλων.
3. Στις 17 Μαΐου 1913 υπογράφηκε στο Λονδίνο η συνθήκη ειρήνης μεταξύ των χωρών της Βαλκανικής Συμμαχίας (της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, του Μαυροβουνίου και της Σερβίας) από τη μία πλευρά και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από την άλλη.
Στο άρθρο 5 αναφέρεται ότι οι δύο πλευρές εμπιστεύονται τις Μεγάλες Δυνάμεις (τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία, την Ιταλία και τη Ρωσία) παραχορώντας τους τη δύναμη να αποφασίσουν σχετικά με τη μοίρα όλων των έως τότε οθωμανικών νησιών του Αιγαίου (εξαιρουμένης της Κρήτης), καθώς και της χερσονήσου του Άθω.
Σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο, συγκλήθηκε στο Λονδίνο διάσκεψη των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με την πρόταση που υπέβαλε η Ρωσία, να υπογραφεί πρωτόκολλο που αναγνώριζε το Άγιον Όρος ως ανεξάρτητο, αυτόνομο και ουδέτερο κράτος, το οποίο θα διοικούταν με ειδικό κανονισμό.
4. Η συμφωνία αυτή δεν τέθηκε ποτέ σε εφαρμογή, ούτε και εγκρίθηκε επισήμως. Αντιστοίχως, δεν τέθηκε σε εφαρμογή το πρωτόκολλο του Λονδίνου, το οποίο υποβλήθηκε προς εξέταση στην ελληνική κυβέρνηση τον Νοέμβριο του 1913, λίγο πριν το ξέσπασμα του ελληνοβουλγαρικού πολέμου.
Στο άρθρο 5 της Συνθήκης Ειρήνης του Βουκουρεστίου, που υπογράφηκε στις 10 Αυγούστου (28 Ιουλίου) 1913 μεταξύ της Βουλγαρίας και των άλλων βαλκανικών κρατών, καθορίζονταν τα σύνορα μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας. Από το κείμενο φαίνεται έμμεσα αλλά σαφώς πως το Άγιον Όρος ήταν μία από τις περιοχές που περνούσαν στην εξουσία του ελληνικού κράτους.
5. Η Συνθήκη της Αθήνας, που υπογράφηκε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στις 14 (1) Νοεμβρίου 1913 και στην οποία αναγνωριζόταν η εξουσία της Ελλάδας επί των τουρκικών περιοχών που καταλήφθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, δεν επηρέασε και συνεπώς επιβεβαίωσε τους όρους της Συνθήκης του Βουκουρεστίου.
Η Συνθήκη του Νεϊγύ, που υπογράφηκε μεταξύ των χωρών της Αντάντ και της Βουλγαρίας, και συγκεκριμενα το άρθρο 27 και τα σχετικά άρθρα 42 και 48, καθόρισαν τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, ενώ το Άγιον Όρος καταμετρήθηκε στα ελληνικά εδάφη.
6. Η επόμενη Συνθήκη των Σεβρών, που υπογράφηκε στις 10 Αυγούστου 1920, εξέταζε μεταξύ άλλων τα ζητήματα προστασίας των μειονοτήτων του ελλαδικού χώρου. Στο άρθρο 13 αναφέρεται πως η Ελλάδα υποχρεούται να αναγνωρίσει και να σεβαστεί τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των μη ελληνικών μοναστικών κοινοτήτων του Αγίου Όρους, τα οποία αποκτήθηκαν με το άρθρο 62 της Συνθήκης του Βερολίνου.
Η Συνθήκη της Λωζάνης, που υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου 1923 μεταξύ των Συμμάχων και της Τουρκίας, δεν μετέβαλε τις διατάξεις σχετικά με το Άγιον Όρος, όπως αυτές είχαν διατυπωθεί στη Συνθήκη των Σεβρών. Μεταξύ άλλων, στο άρθρο 2 της Συνθήκης της Λωζάνης παγιώθηκαν τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση που επικράτησε μετά την μικρασιατική καταστροφή.
Οι μη μεταβολή των προηγούμενων διατάξεων από τη Συνθήκη της Λωζάνης οφείλεται στο γεγονός ότι το πρωτόκολλο XVI της 24ης Ιουλίου 1923, το οποίο υπογράφηκε από την Ελλάδα και τις Μεγάλες Δυνάμεις στη Λωζάννη, προέβλεπε πως για να τεθεί σε εφαρμογή η συνθήκη αυτή και οι σχετικές της διατάξεις, θα έπρεπε πρώτα να τεθεί σε εφαρμογή η Συνθήκη των Σεβρών, η οποία αναφερόταν στην προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Συνεπώς οι δύο συνθήκες θα έπρεπε να εγκριθούν και να εφαρμοστούν ταυτόχρονα.
7. Έτσι, οι μη ελληνικές μοναστικές κοινότητες βρίσκονται υπό την προστασία του άρθρου 13 της Συνθήκης Ειρήνης των Σεβρών, η οποία, με τη σειρά της, παραπέμπει στις διατάξεις του άρθρου 62 της Συνθήκης του Βερολίνου. Υπόκεινται, λοιπόν, στο ελληνικό νομικό σύστημα.
Ακόμη, είναι σημαντικό να αναφερθεί πως οι άνθρωποι που κυρίως διεκδίκησαν την υπαγωγή του Αγίου Όρους στην ελληνική κρατική εξουσία ήταν οι ίδιοι οι μοναχοί. Την εποχή εκείνη η Ελλάδα, κυριολεκτικά βυθισμένη σε μια θάλασσα δυσμενών συνθηκών, δεν ήταν σε θέση να αγωνιστεί για τα δικαιώματα των ελλήνων υπηκόων της αθωνικής χερσονήσου, παρά το γεγονός ότι τυπικά το Άγιον Όρος είχε παραδοθεί στη διοίκηση του ελληνικού κρατους ήδη από τον Νοέμβριο του 1912.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, δεν μπορεί να ευσταθεί η άποψη ότι το ελληνικό κράτος επιβαλλόταν στην προνομιακή θέση του Αγίου Όρους «περιορίζοντας αυτοβούλως τις εξουσίες του». Αντιθέτως, υπήρχαν υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα μέσα από τις διεθνείς συνθήκες ειρήνης που τερμάτισαν τους πολέμους του 1912-1922 και οι οποίες αναφέρονταν στην κατάσταση του Αγίου Όρους (τουλάχιστον των μοναστικών κοινοτήτων μη ελληνικής καταγωγής), ιδίως οι Συνθήκες του Βερολίνου, των Σεβρών και της Λωζάνης. Οι υποχρεώσεις αυτές, σε ένα έννομο κράτος, δεν μπορούσαν παρά να ισχύουν εξίσου για όλους τους μοναχούς του Άθω, χωρίς καμία εξαίρεση.