Η ιστορία και οι μύθοι γύρω από το Άγιον Όρος
Κατά τη μακραίωνη πορεία της αθωνικής πολιτείας, δημιουργήθηκε η ανάγκη συγγραφής ενός χρονικού της ίδρυσης και της ανάπτυξής της. Τέτοιου είδους αφηγήσεις εμφανίστηκαν για πρώτη φορά κατά τις αρχές του 14ου αιώνα. Με το πέρασμα των χρόνων, γινόταν όλο και δυσκολότερο να ανακατασκευαστεί η πορεία της ιστορίας και η αλληλουχία των γεγονότων που τη συγκρότησαν, με αποτέλεσμα τα επιμέρους κενά να γεμίζουν με εικασίες και επινοημένες ιστορίες που απείχαν πολύ από την πραγματικότητα.
Οι μονές αναζήτησαν την ημερομηνία ίδρυσής τους σε όσο το δυνατόν παλαιότερες εποχές. Η Ιερά Μονή Καρακάλλου συνδέθηκε, έτσι, με το όνομα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Καρακάλλα, παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος ήταν ειδωλολάτρης. Η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, σύμφωνα με μια πρώτη εκδοχή, πήρε το όνομά της από τη μορφολογία του εδάφους της. Η λέξη «βατοπέδι» θεωρήθηκε αναφορά στην «πεδιάδα από βάτα» όπου είναι τοποθετημένο το μοναστήρι, ενώ ακόμη υιοθετήθηκε η ανάλογη ορθογραφία. Ωστόσο, σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, η λέξη «βατοπαίδι» προήλθε από τη λέξη «παιδί». Μεταξύ των μοναχών επικράτησε η αφήγηση της διάσωσης του γιου του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α' στην περιοχή των βάτων. Η Ιερά Μονή Σταυρονικήτα προφερόταν αρχικά ως Μονή Στραβονικήτα. Καθώς, όμως, το όνομα αυτό δεν ήταν ιδιαίτερα εύηχο άλλαξε, κάνοντας μια αναφορά στον Τίμιο Σταυρό. Τέλος, ο άγνωστος Κασταμονίτης παραχώρησε τη θέση του στον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και, έτσι, η Μονή Κασταμονίτη έγινε γνωστή ως Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου.
Γενικά, η απόδοση ονομάτων συνδέεται συχνά με την αυτοκρατορική οικογένεια και τα γεγονότα που επηρέασαν την ιστορία του Άθω κατά τους βυζαντινούς χρόνους. Έτσι, οι επιμέρους αφηγήσεις σχετίζονται, για παράδειγμα, με την ίδρυση της εκάστοτε μονής από τον Μέγα Κωνσταντίνο, με τις καταστροφές που υπέστη το Άγιον Όρος επί Ιουλιανού, με την αποκατάσταση επί Θεοδοσίου Α' κ.τ.λ. Μια άλλη σημαντική περίοδος μαζικής καταστροφής είναι η εποχή της εικονομαχίας.
Η ανάπτυξη του μοναχισμού στον Άθω θεωρείται αποτέλεσμα της δράσης του επισκόπου Κλήμη, ο οποίος ήρθε από την Ιερουσαλήμ με σκοπό να ιδρύσει μια μοναστική κοινότητα. Η μελέτη της ιστορίας των αυτοκρατορικών οίκων της Κωνσταντινούπολης, αναδεικνύει την έντονη δραστηριοποίηση των μοναρχών, οι οποίοι ίδρυσαν μεγάλο αριθμό μοναστηριών, τόσο στη βυζαντινή πρωτεύουσα, όσο και στη μακρινή χερσόνησο του Άθω.
Όσον αφορά τους θρύλους της αθωνικής πολιτείας, πολλοί από αυτούς συνδέονται με το άβατο του Αγίου Όρους. Σύμφωνα με την παράδοση, η Υπεραγία Θεοτόκος, μαζί με τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, βρέθηκαν στη χερσόνησο μετά από σφοδρή καταιγίδα που τους ανάγκασε να ελλιμενιστούν στις αθωνικές ακτές. Η Παναγία, θαυμάζοντας την ομορφιά της περιοχής, ζήτησε από τον Υιό της να της χαρίσει τη γη ως δώρο. Τότε, μια φωνή από τον ουρανό της απάντησε: «Είθε η γη αυτή να γίνει το περιβόλι σου και το καταφύγιο σωτηρίας όλων εκείνων που υποφέρουν». Από τότε, το Άγιον Όρος θεωρείται ο κήπος της Θεομήτορος, της μόνης γυναίκας του Άθω.
Η εμφάνιση των πρώτων μοναχών
Κατά τα τέλη του 3ου αιώνα, παρατηρήθηκε έντονη η τάση απομάκρυνσης από την κοσμική κοινωνία. Με την επικράτηση της εγκατάστασης σε περισσότερο ερημικές περιοχές, δόθηκε το έναυσμα για την ανάπτυξη του μοναχισμού.
Ο τρόπος ζωής των μοναχών, ο οποίος εμφανίστηκε στους κόλπους της Εκκλησίας ήδη από την πρώτη εποχή της συγκρότησής της, αντιτίθεται στην κοινωνική οργάνωση της κοσμικής πολιτείας. Οι μοναχοί επικεντρώνονται στην προσωπική τους σχέση με τον Θεό, αρνούμενοι όλες τις επιμέρους πτυχές του κοσμικού βίου. Το μόνο που αποκτά νόημα είναι η σωτηρία της ψυχής, ενώ τα υλικά αγαθά χάνουν την αξία τους. Όποιος επιθυμεί να σταθεί επάξια ενώπιον του Θεού, οφείλει να αγωνιστεί σκληρά ενάντια στους πειρασμούς του εξωτερικού κόσμου. Όπως άλλωστε είπε και ο ίδιος ο Χριστός, όποιος θέλει να Τον ακολουθήσει θα πρέπει να σηκώσει τον σταυρό που του αναλογεί.
Οι παραπάνω αρχές υψηλής ηθικής αποτέλεσαν τα θεμέλια της ζωής των πρώτων χριστιανών, οι οποίοι επιθυμούσαν να έχουν έναν ιδιαίτερα ασκητικό και λιτό βίο, με νηστεία και προσευχή, αρνούμενοι τα οφέλη του ανθρώπινου πολιτισμού.
Στα μέσα του 3ου αιώνα και, ιδιαίτερα, κατά τις αρχές του 4ου όταν οι διωγμοί ενάντια στους χριστιανούς έγιναν εντονότεροι, πολλοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πόλεις. Ακόμη και με την παύση των διωγμών, όμως, ο αριθμός των ερημητηρίων συνέχισε να αυξάνεται. Αποσυρόμενοι σε απρόσιτες περιοχές, οι χριστιανοί αφιέρωναν τον εαυτό τους στον αγώνα κατά των πειρασμών.
Οι ασκητές άρχισαν να αναζητούν όλο και πιο απομακρυσμένα μέρη. Παράλληλα, όσο πιο μακριά ζούσαν, τόσο περισσότερο σεβασμό ενέπνεαν. Πρώτος μοναχός της ερήμου θεωρείται ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας (251-356), ο βίος του οποίου καταγράφηκε με μεγάλη επιμέλεια και αγάπη από τον Μέγα Αθανάσιο. Ζώντας στην έρημο για περισσότερο από 70 χρόνια, κέρδισε τον σεβασμό τόσο των ηγεμόνων, όσο και των απλών ανθρώπων. Ακόμη, αποτέλεσε παράδειγμα για τους ασκητές της Αιγύπτου και των άλλων περιοχών της Μέσης Ανατολής.
Ο μοναχισμός που πρότεινε ήρθε σε αντίθεση με την περισσότερο συγκεντρωτική οργάνωση που ανέπτυξε ο Άγιος Παχώμιος ο Μέγας (292-346) στην Άνω Αίγυπτο. Ο τελευταίος όρισε όλες τις πτυχές της ζωής των μοναχών, όπως τη διαμονή, την ένδυση, τη διατροφή και την εργασία τους. Την εποχή εκείνη εμφανίστηκε και ο γυναικείος μοναχισμός.
Ο Όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος και ο Μέγας Αντώνιος διαμόρφωσαν τις πρώτες ασκητικές κοινότητες. Οι μοναχοί ζούσαν σε κελλιά απομακρυσμένα μεταξύ τους. Η κάθε κοινότητα είχε έναν πρεσβύτερο. Το κέντρο της ζωής ήταν ο ναός, όπου συγκεντρώνονταν πάντοτε το βράδυ του Σαββάτου, τελούσαν ολονύκτιες και πρωινές Θείες λειτουργίες. Έπειτα ακολουθούσε κοινή τράπεζα. Ο ναός ήταν συνήθως τοποθετημένος στο κέντρο της κατοικημένης περιοχής, σε ένα σταυροδρόμι, το οποίο χρησίμευε και ως αγορά. Στην περιοχή της Αιγύπτου σχηματίστηκαν τέσσερις τέτοιες μοναστικές κοινότητες, οι οποίες ονομάζονταν «σκήτες».
Κατά τα πρώτα τριάντα χρόνια του 4ου αιώνα, το σύστημα οργάνωσης των μοναστικών κοινοτήτων είχε παγιωθεί. Λίγες δεκαετίες αργότερα, χάρη στον Μέγα Βασίλειο, εμφανίστηκε ένας νέος τρόπος συγκρότησης των μονών. Ο Άγιος, έχοντας ξεκινήσει το ταξίδι του από τις ερημικές περιοχές του Πόντου, κατάφερε να μεταφέρει τον τρόπο ζωής τους στα αστικά κέντρα, υποστηρίζοντας πως ο άνθρωπος αποτελεί ένα «ζώο εξημερωμένο και κοινωνικό, όχι μοναχικό και άγριο» και πως τίποτα δεν ταιριάζει καλύτερα στη φύση του από τη συντροφικότητα. Εισήγαγε έτσι έναν κοινοβιακό τρόπο οργάνωσης των μονών, των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, των ορφανοτροφείων και των σχολείων, ο οποίος όμως δεν ήταν κατάλληλος για τους ερημίτες μοναχούς.
Οι πρώτες περίοδοι του αγιορείτικου μοναχισμού
Ο μοναχισμός εξαπλώθηκε γρήγορα πέρα από τα σύνορα της Αιγύπτου, από τις ακτές της Μεσογείου μέχρι και τη Βόρεια Ευρώπη. Τον 4ο αιώνα είχε ήδη εξαπλωθεί στη Θράκη και έναν αιώνα αργότερα είχε φτάσει έως την Ήπειρο.
Στη Μακεδονία υπολογίζεται πως ο μοναχισμός άρχισε να αναπτύσσεται κατά την ίδια περίοδο. Με την έναρξη του μεγάλου διωγμού του Μαξιμιανού το 303, τρεις γυναίκες από τη Θεσσαλονίκη εγκατέλειψαν την πατρίδα τους, την οικογένεια και τον πλούτο που διέθεταν, θέλοντας να αφιερωθούν στον Θεό και τα πνευματικά αγαθά της ουράνιας βασιλείας του. Παρόλο που συνελήφθησαν και μαρτύρησαν, η ιστορία τους αποτελεί ένα από τα πολλά παραδείγματα ανθρώπων που εγκατέλειψαν τον κοσμικό τρόπο ζωής. Το βουνό στο οποίο αποσύρθηκαν οι τρεις αυτές γυναίκες, καθώς και άλλοι χριστιανοί, είναι πιθανόν ο Χορτιάτης, τοποθετημένος λίγο έξω από την πόλη της Θεσσαλονίκης.
Στον Άθω, που γειτνιάζει με σημαντικά χριστιανικά κέντρα όπως τη Θεσσαλονίκη, τους Φιλίππους, την Αμφίπολη και την Απολλωνία, η χριστιανική πίστη πρέπει να επικράτησε αρκετά νωρίς. Οι κάτοικοι της περιοχής ήταν χριστιανοί ήδη από τον 4ο αιώνα. Οι κορυφές και οι πλαγιές του Αγίου Όρους ήταν κατάλληλες για τους ασκητές. Η έλλειψη αναφορών στον αγιορείτικο μοναχισμό εκείνης της περιόδου εξηγείται από τις συνθήκες αυστηρής απομόνωσης και την ιδιαίτερη σεμνότητα των πιστών. Η περίοδος από το 400 έως το 800 μ.Χ. παραμένει ανεξερεύνητη, καθώς δεν υπάρχουν αρκετές πηγές που να αναφέρονται στην ανάπτυξη του μοναχισμού και στην πορεία των χριστιανικών κοινοτήτων.
Το πρώιμο στάδιο ανάπτυξης του μοναχισμού στο Άγιον Όρος μαρτυρείται μέσα από μια φράση του σιγιλλίου του Λέοντος Σοφού, σχετικά με τους λεγόμενους «γέροντες του αρχαίου άμβωνα». Αναφορά στους γέροντες του Αγίου Όρους συναντάμε και στο Τυπικό του αυτοκράτορα Τσιμισκή, όπου δηλώνεται πως οι λαϊκοί μπορούσαν να μπουν στη γη του Άθω μόνο σε περίπτωση εχθρικής εισβολής και «με τη γενική άδεια των γερόντων».
Η ερήμωση του Άθω
Ο τρόπος με τον οποίο ορισμένες από τις αρχαιότερες πόλεις του Άθω ερήμωσαν και εξαφανίστηκαν παραμένει αδιευκρίνιστος. Μια πρώτη ερμηνεία απέδωσε το γεγονός στις σλαβικές επιδρομές του 5ου αιώνα. Ωστόσο, το ενδεχόμενο αυτό θεωρείται πλέον απίθανο, εφόσον, σύμφωνα με νεότερες μελέτες, η σλαβική εισβολή στη Μακεδονία χρονολογείται στον 7ο αιώνα. Επιπλέον, δεν υπάρχουν πληροφορίες για σχετικές εισβολές στη χερσόνησο της Χαλκιδικής.
Η πιο πιθανή ερμηνεία αναδεικνύει την ερήμωση ως αποτέλεσμα μιας πειρατικής επίθεσης του 7ου αιώνα. Αν και οι μοναχοί δεν ενδιέφεραν ιδιαίτερα τους εισβολείς, καθώς ζούσαν απομονωμένοι σε μικρές καλύβες και κελλιά, εντούτοις όλος ο λαϊκός πληθυσμός των χωριών της χερσονήσου μετακινήθηκε σε πιο ασφαλείς περιοχές. Όταν στις εξωτερικές πιέσεις προστέθηκαν και οι εσωτερικές απειλές της περιόδου της εικονομαχίας, η Έδρα των Γερόντων διαλύθηκε και ο Άθως ερήμωσε ολοκληρωτικά.
Η διαμόρφωση του μοναχισμού
Το 843, εκπρόσωποι της αθωνικής κοινότητας ήταν παρόντες στη σύνοδο της Κωνσταντινούπολης. Την ίδια περίοδο εμφανίστηκαν δύο από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες του Αγίου Όρους, ο Όσιος Πέτρος ο Αθωνίτης και ο Άγιος Ευθύμιος ο Νέος.
Ο Όσιος Πέτρος υπηρέτησε στον αυτοκρατορικό στρατό και αιχμαλωτίστηκε από τους Άραβες. Μετά τη θαυματουργική απελευθέρωσή του, με τη συμβολή του Αγίου Συμεών, κατόπιν εντολής του Αγίου Νικολάου, ταξίδεψε στη Ρώμη, όπου έγινε μοναχός. Επιστρέφοντας από τη Ρώμη στην πατρίδα του, η Θεία πρόνοια έφερε τον Όσιο Πέτρο στο Άγιον Όρος, όπου έζησε τα επόμενα 53 χρόνια, μέχρι την κοίμησή του στο σπήλαιο όπου διέμενε. Επιβίωνε τρώγοντας ρίζες και βότανα, ενώ τα γένια του έφταναν έως τα πόδια του, όπως η γενειάδα του Αγίου Ονουφρίου. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών δεν συνάντησε κανέναν άνθρωπο. Μόνο κατά το 53ο έτος γνώρισε έναν κυνηγό, τον οποίο επηρέασε βαθιά με το παράδειγμά του, τόσο ώστε να ενδυθεί και εκείνος τον μοναχισμό. Όταν ο κυνηγός επέστρεψε στη σπηλιά, συνοδευόμενος από δύο μοναχούς, βρήκε τον γέροντα νεκρό. Τα λείψανά του τοποθετήθηκαν στο μοναστήρι του Αγίου Κλήμη, στη θέση της σημερινής Ιεράς Μονής Ιβήρων. Ο βίος του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτη, που συνέταξε ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς κατά τον 14ο αιώνα, περιγράφει τα θαύματα που έκανε ο Άγιος στη Θράκη. Η άφιξή του και η ζωή του στον Άθω χρονολογούνται από το 780 έως το 833.
Ο Άγιος Ευθύμιος ο Νέος γεννήθηκε στη Μικρά Ασία το 824. Σε ηλικία 18 ετών εγκαταστάθηκε σε μονή του Ολύμπου, ενώ 18 χρόνια αργότερα, το 859, έφτασε στο Άγιον Όρος. Το όνομά του συνδέεται στενά με τον μοναχό Ιωσήφ, με τον οποίο έζησε για 40 ημέρες καθισμένος στο πάτωμα, τρώγοντας χόρτα. Μαζί συμφώνησαν να ζήσουν για τρία χρόνια στο ίδιο σπήλαιο. Μετά από ένα χρόνο ο Ιωσήφ αναγκάστηκε να αθετήσει τον όρκο του. Όταν ο Ευθύμιος βγήκε από τη σπηλιά δύο χρόνια αργότερα, είδε ότι πλήθος μοναχών είχε συγκεντρωθεί γύρω του. Αν και οι μοναχοί αυτοί δεν ίδρυσαν μια συγκεκριμένη μονή, ωστόσο αποτελούσαν σίγουρα μια μοναστική αδελφότητα. Ένα χρόνο αργότερα ο Ευθύμιος κλήθηκε να επιστρέψει και πάλι στον Όλυμπο. Κατά τη διάρκεια της ζωής του χρειάστηκε να εγκαταλείψει το Άγιον Όρος αρκετές φορές. Συνολικά έζησε στον Άθω για περίπου 6 χρόνια. Ο ρόλος του στη διάδοση του μοναχισμού εντός και εκτός της χερσονήσου ήταν ιδιαίτερα σημαντικός.
Κατά το τέλος της εικονομαχικής περιόδου, οι μοναχοί άρχισαν να οργανώνουν καλύτερα τις κοινότητές τους. Το 865, όταν ο Ευθύμιος επέστρεψε στον Άθω για τρίτη φορά, ο πληθυσμός της αγιορείτικης πολιτείας είχε αυξηθεί ραγδαία. Ακολουθώντας το παράδειγμα των αρχαίων μοναχών της ερήμου, οι μοναστικοί οικισμοί εμφανίστηκαν πρώτα στα εδάφη που συνόρευαν με τα λαϊκά χωριά και μόνο στη συνέχεια υποχώρησαν στο εσωτερικό της χερσονήσου. Τα κελλιά στην κοινότητα που ίδρυσε ο Άγιος Ευθύμιος δεν απείχαν πολύ το ένα από το άλλο. Τα μόνα που ήταν τοποθετημένα σε ικανή απόσταση ήταν το κελλί του ίδιου του Αγίου, καθώς και αυτό του Αγίου Ονουφρίου.
Σταδιακά τα μοναστήρια που βρίσκονταν στις κοντινές περιοχές, ενσωματώθηκαν στα εδάφη του Αγίου Όρους. Ο Άθως απέκτησε έναν ιδιαίτερα ισχυρό μοναστικό χαρακτήρα, έτσι ώστε όλα τα μοναστήρια που σχηματίστηκαν στην ευρύτερη περιοχή να υπαχθούν σε αυτόν.
Τέλος, η περίοδος ακμής του αγιορείτικου μοναχισμού συμπίπτει με την περίοδο ακμής της Μακεδονικής δυναστείας. Την εποχή εκείνη το Άγιον Όρος αντανακλούσε περίτρανα την πνευματική και θρησκευτική δόξα του Βυζαντίου.