Η ζωή στο Άγιον Όρος μπορεί να μοιάζει αλλόκοτη και ακατανόητη, καθώς διαφέρει ριζικά από την κοσμική πραγματικότητα. Τα πάντα εκεί ανταποκρίνονται σε έναν υπερβατικό στόχο, στην απομάκρυνση από τη ματαιοδοξία που καλλιεργούν τα εγκόσμια και στη σύνδεση με τον Θεό.
Οι αγιορείτες μοναχοί
Οι μοναχοί του Αγίου Όρους είναι πολίτες του ελληνικού κράτους. Όσοι ξένοι υπήκοοι φτάνουν στον Άθω από άλλες χώρες και αποφασίζουν να γίνουν μέλη της μοναστικής κοινότητας, λαμβάνουν αυτόματα την ελληνική ιθαγένεια. Όλοι ανεξαιρέτως απαλλάσσονται από τη στρατιωτική θητεία.
Κάθε ορθόδοξος χριστιανός μπορεί να γίνει μοναχός από την ηλικία των 18 ετών. Για να το κάνει αυτό, πρέπει να προσέλθει στο μοναστήρι της επιλογής του, να εμφανιστεί ενώπιον του ηγουμένου και να δηλώσει την εκούσια επιθυμία του να αφιερωθεί στη μοναστική ζωή.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί κανείς να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαίου της εκάστοτε μονής. Είναι επίσης δυνατόν να δηλώσει την απόφασή του στον γέροντα ενός μετοχίου του Αγίου Όρους. Σε κάθε περίπτωση, από εκείνη τη στιγμή και μετά, το άτομο θεωρείται δόκιμος μοναχός. Η διάρκεια της υπακοής, σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις, ορίζεται στα τρία χρόνια. Ωστόσο, σήμερα περιορίζεται συχνά σε δύο χρόνια ή ένα έτος. Ο δόκιμος φοράει ράσο με δερμάτινη ζώνη και εκτελεί τις εργασίες που του ανατίθενται. Το κύριο καθήκον του γέροντα είναι να προετοιμάσει τον δόκιμο για την κοινοβιακή ζωή και την αφιέρωσή του στον Θεό.
Μετά το τέλος της περιόδου υπακοής, αν ο δόκιμος παραμείνει σταθερός στην απόφασή του και κριθεί από τον πνευματικό του άξιος, ο ιερέας τον καλεί στον ναό του μοναστηριού ή του μετοχίου. Εκεί διαβάζει μια ευχή και τελεί την κουρά. Οι μοναχοί που έχουν ακολουθήσει αυτή τη διαδικασία ονομάζονται ιερομόναχοι και αντιπροσωπεύουν τον πρώτο βαθμό του μοναχισμού. Μπορούν ακόμη να επιστρέψουν στην κοσμική ζωή χωρίς ιδιαίτερες επιπτώσεις. Όσοι το επιθυμούν μπορούν να συνεχίσουν το πνευματικό τους ταξίδι και να λάβουν την ευλογία του Μικρού Σχήματος. Ως άγαμοι μοναχοί εισέρχονται στη βασιλική πύλη, όπου εμφανίζονται ενώπιον του ηγουμένου και δηλώνουν την επιθυμία τους να συνεχίσουν το μοναχικό μονοπάτι. Εκεί παίρνουν όρκο αγαμίας, φτώχειας και υπακοής.
Μέσα από τις παραπάνω τελετές, ο μοναχός απαρνείται τον κόσμο. Ως ένδειξη αυτού χάνει το επώνυμό του, που αποτελεί συνδετικό κρίκο με την οικογένειά του και το οποίο αντικαθίσταται από το όνομα της μονής στην οποία ανήκει. Όσον αφορά το μικρό του όνομα, κρατάει από αυτό μόνο το πρώτο γράμμα.
Οι τρεις όρκοι που καλείται να πάρει ο μοναχός, συνδέονται με τις τρεις βασικές αρετές: την αγαμία, την υπακοή και τη φτώχεια. Η παραβίαση της απαίτησης της αγαμίας τιμωρείται με απώλεια της μοναστικής αξιοπρέπειας. Όσον αφορά την υπακοή, ο μοναχός οφείλει να τηρεί όλα όσα του υποδεικνύει ο γέροντάς του και οι μοναστικές αρχές. Οφείλει να εκτελεί όλες τις οδηγίες τους χωρίς να τις αμφισβητεί, ενώ, σε περίπτωση ανυπακοής, του επιβάλλονται οι ανάλογες τιμωρίες. Ο όρκος της φτώχειας αφορά το χρονικό διάστημα μετά την είσοδό του στο μοναστήρι. Εάν ο μοναχός είχε στην κοσμική του ζωή περιουσία κληρονομημένη ή κεκτημένη με προσωπική εργασία, τότε τη διαθέτει στη μονή και στο κοινόβιο, σύμφωνα με τις αρχές της χριστιανοσύνης. Η περιουσία που περιέρχεται στην ιδιοκτησία του κατά τη διάρκεια της μοναχικής του ζωής, παραδίδεται στο μοναστήρι μετά τον θάνατό του.
Όσον αφορά την κουρά, η κοπή των μαλλιών ενός μοναχού έχει σήμερα περισσότερο συμβολική σημασία. Ωστόσο, στο παρελθόν οι μοναχοί κουρεύονταν τακτικά. Διέθεταν μακριά κώμη μόνο όσοι τιμωρούνταν για την ανυπακοή τους ή όσοι ήταν περιπλανώμενοι μοναχοί.
Ο τρίτος βαθμός είναι το Μεγάλο Σχήμα, το οποίο προορίζεται για λίγους και ηλικιωμένους μοναχούς, καθώς προϋποθέτει τον αυστηρότερο ασκητισμό. Η χαρακτηριστική ενδυμασία ενός μεγαλόσχημου μοναχού αποτελείται από τον ανάλαβο (ή αλλιώς πολυσταύρι, ένα μικρό τετράγωνο υφασμάτινο ένδυμα με την εικόνα του ορθόδοξου σταυρού) και το κουκούλιον (ένα μοναστηριακό κάλυμμα κεφαλής). Ο ανάλαβος χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο σήμερα, ενώ το κάλυμμα της κεφαλής φοριέται ανελλιπώς, στον ναό και στην τραπεζαρία.
Οι μοναχοί που χειροτονούνται εκτός του Αγίου Όρους δεν ανήκουν σε καμία ξεχωριστή τάξη του μοναχισμού. Μόνο οι αγιορείτες μοναχοί έχουν τη δυνατότητα να ακολουθήσουν μια τέτοια πορεία. Η χειροτονία τους πραγματοποιείται από τον επίσκοπο, ο οποίος προσκαλείται ειδικά για τον σκοπό αυτό.
Η καθημερινότητα των μοναχών στο Άγιον Όρος
Στο Άγιον Όρος ακολουθούνται διαφορετικοί τρόποι υπολογισμού του ημερολογιακού έτους. Τα μοναστήρια και τα μετόχια ακολουθούν το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο, ενώ το πατριαρχείο έχει υιοθετήσει εδώ και περίπου 60 χρόνια το διορθωμένο Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Όσον αφορά την ώρα, η Ιερά Μονή Βατοπαιδίου και η Ιερά Μονή Αγίου Παντελεήμονος ακολουθούν τον συνηθισμένο τύπο, με την ημέρα να αρχίζει τα μεσάνυχτα. Η Ιερά Μονή Ιβήρων υπολογίζει την ημέρα της ανάλογα με την ανατολή του ηλίου, ενώ τα άλλα 17 μοναστήρια, ακολουθούν το βυζαντινό ρολόι, σύμφωνα με το οποίο η ημέρα ξεκινάει κατά τη δύση του ηλίου. Θεωρητικά τα μοναστήρια αυτά θα έπρεπε να μετακινούν τους δείκτες των ρολογιών τους καθημερινά, καθώς και ανά εβδομάδα, έτσι ώστε να υπολογίζουν τις ώρες τους με την ανατολή ή τη δύση του ηλίου.
Το εικοσιτετράωρο της ζωής ενός μοναχού στο Άγιον Όρος χωρίζεται σε τρία μέρη, καθένα εκ των οποίων αποτελείται από ένα οκτάωρο. Το πρώτο είναι αφιερωμένο στην προσευχή, το δεύτερο στην εργασία και το τρίτο στην ανάπαυση. Ωστόσο, ορισμένες δραστηριότητες, όπως η μελέτη των ιερών κειμένων, μπορεί να διαρκέσουν περισσότερο από οκτώ ώρες, καθώς αποτελούν ταυτόχρονα ώρα προσευχής, ανάπαυσης και εργασίας. Επίσης, ο χρόνος για το φαγητό συνυπολογίζεται συνήθως στο διάστημα της ξεκούρασης.
Παρακάτω παρουσιάζεται το πρόγραμμα των δύο τύπων μοναστηριών, υπολογισμένο σύμφωνα με τις κοσμικές ώρες.
Ωρολόγιο πρόγραμμα μοναστηριακής ζωής στον Άθω
Κοινοβιακά μοναστήρια
Μεσάνυχτα |
Έγερση |
00:05 - 01:00 |
Κανόνας (300 μετάνοιες) |
01:00 - 04:00 |
Πρωινή λειτουργία |
04:00 - 05:30 |
Ανάπαυση |
05:30 - 06:00 |
Έγερση |
06:00 - 07:30 |
Διακόνημα |
07:30 - 08:00 |
Κοινή τράπεζα |
08:00 - 12:00 |
Υπακοή |
12:00 - 14:00 |
Ανάπαυση, μελέτη |
14:00 - 15:30 |
Υπακοή |
15:30 - 16:30 |
Εσπερινός |
16:30 - 17:30 |
Κοινή τράπεζα |
17:30 - 18:00 |
Ελεύθερος χρόνος |
18:00 - 18:30 |
Κλείσιμο των πυλών - νυχτερινή προσευχή |
19:00 - 24:00 |
Κατάκλιση |
Ιδιόρρυθμα μοναστήρια
04:00 |
Έγερση |
04:10 - 06:30 |
Πρωινή λειτουργία |
06:30 - 07:00 |
Προσωπικό γεύμα |
07:00 - 10:00 |
Υπακοή |
10:00 - 12:00 |
Υπακοή, μελέτη |
12:00 - 13:00 |
Προσωπικό γεύμα |
13:00 - 15:00 |
Ανάπαυση |
15:00 - 16:00 |
Εσπερινός |
16:00 - 18:00 |
Υπακοή και ελεύθερος χρόνος |
18:00 - 19:00 |
Τράπεζα |
19:00 - 21:00 |
Ανάγνωση |
21:00 - 22:00 |
Προσωπικός κανόνας |
22:00 - 04:00 |
Κατάκλιση |
Θεία Λειτουργία
Η προσευχή των μοναχών, όπως και όλων των ορθοδόξων χριστιανών, μπορεί να είναι προσωπική ή συλλογική.
Το θεμέλιο της προσωπικής προσευχής είναι η αναφορά στο όνομα του Κυρίου: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Στα κοινοβιακά μοναστήρια η προσευχή γίνεται από όλους τους μοναχούς, οι οποίοι συγκεντρώνονται στο Καθολικό και προσεύχονται σιωπηλά. Στις ιδιόρρυθμες μονές, η προσευχή αυτή μπορεί να γίνει είτε ιδιωτικά είτε σε κοινό χώρο. Οι μοναχοί των ιδιόρρυθμων μονών βιώνουν μεγάλη ελευθερία. Είτε η προσευχή τους τελείται στον ναό, είτε στο κελλί, ενθαρρύνει την ψυχή τους να πετάξει στα ύψη των νεφών. Είναι καθαρή, σιωπηλή και ησυχαστική παράκληση στον Κύριο.
Στις καθημερινές προσευχές περιλαμβάνονται η πρωινή προσευχή, η προσευχή του μεσονυκτίου, οι προσευχές των ωρών (πρώτη, τρίτη, έκτη, ενάτη) και οι προσευχές της Θείας Λειτουργίας. Όλες εκτελούνται κατά τη διάρκεια της νύχτας, δηλαδή τις ώρες που οι λαϊκοί αναπαύονται. Τις ημέρες των εορτών το πρόγραμμα αλλάζει ριζικά. Στις μεγάλες γιορτές, που είναι περίπου 50 τον χρόνο, 15 ώρες προορίζονται για αδιάλειπτη προσευχή, η οποία αρχίζει στις 8 μ.μ. και τελειώνει το επόμενο πρωί στις 11 π.μ.
Η νεκρώσιμη ακολουθία τελείται σε όλα τα μοναστήρια σε περιόδους εορτών ή μνήμης μεγάλων αγίων. Η πανηγυρική Θεία Λειτουργία τελείται στη μνήμη προσώπων ή γεγονότων που σχετίζονται με τις μονές, τις σκήτες και τα κελλιά του Αγίου Όρους, καθώς και στη μνήμη αγίων που μόνασαν εκεί. Σήμερα υπάρχουν περισσότεροι από 240 μάρτυρες και άγιοι του Άθω.
Σχετικά με τη μουσική παράδοση, αυτή έχει μακρά ιστορία και οφείλει πολλά στον Ιωάννη Κουκουζέλη. Ο τελευταίος υπηρέτησε στην αυλή του βυζαντινού αυτοκράτορα. Γύρω στο 1300, απογοητευμένος από την κοσμική ζωή, ήρθε στο Άγιον Όρος, όπου το μουσικό του ταλέντο εκτιμήθηκε ιδιαιτέρως. Στον Άθω, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο εκκλησιαστικό κέντρο, έχει διατηρηθεί η αληθινή βυζαντινή μουσική παράδοση. Σήμερα ασκείται σε ορισμένα κελιά στην άκρη της χερσονήσου. Η ακρόαση της χορωδιακής ψαλμωδίας των μοναχών αποτελεί μια ασύγκριτη πνευματική απόλαυση.
Το περιβάλλον των μοναστηριακών ναών, η δομή τους, ο διακριτικός φωτισμός, οι ιερές τοιχογραφίες και το μοναστικό κοσμοείδωλο, παραμένουν διαχρονικά. Καταφέρνουν να εξυψώσουν τους μοναχούς, αλλά και τους λαϊκούς επισκέπτες, πάνω και πέρα από κάθε τι φθαρτό και πεπερασμένο.
Τέλος, είναι σημαντικό πως οι μοναχοί εκφράζουν ιδιαίτερη ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο. Κάθε μοναστήρι μπορεί να διηγηθεί τον δικό του θρύλο, που αποδεικνύει την πρωτοφανή φροντίδα της Θεομήτορος. Ακόμη, πολλά μοναστήρια έχουν θαυματουργές εικόνες Της. Οι ίδιοι οι μοναχοί αποκαλούν το Άγιον Όρος «Κήπο της Παναγίας» και τη θεωρούν βασίλισσά του. Είναι η μόνη γυναίκα για την οποία υπάρχει μια θέση στη χερσόνησο του Άθω.
Η μελέτη των μοναχών
«Γράψτε, διαβάστε, τραγουδήστε, αναστενάξτε, σιωπήστε, προσευχηθείτε». Στο Άγιον Όρος η μελέτη αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική διαδικασία. Οι μοναχοί διαβάζουν πολύ, καθώς η μελέτη θυμίζει υποκατάστατο του εξωτερικού κόσμου, τον οποίο οι ίδιοι έχουν εγκαταλείψει. Μάλιστα, θεωρείται προέκταση της προσευχητικής διαδικασίας, όπως και η γραφή. Όταν οι μοναχοί γράφουν ή ασκούνται στην καλλιγραφία, παράλληλα προσεύχονται νοερά στον Θεό-πατέρα.
Ανάγνωση κειμένων γίνεται ακόμη και κατά τη διάρκεια των γευμάτων. Τις ώρες αυτές διαβάζονται οι Βίοι των Αγίων, οι Πανηγυρικοί και ορισμένα βιβλία των Πατέρων της Εκκλησίας. Οι προσωπικές βιβλιοθήκες των μοναχών κοσμούνται πάντοτε με την Αγία Γραφή και τα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, καθώς δεν αρκεί να χρησιμοποιούνται στη λατρευτική ζωή, αλλά χρειάζεται να αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητας του μοναχού. Είναι σημαντικό οι γραφές να μελετώνται ιδιωτικά. Ορισμένοι γνωρίζουν απ' έξω το περιεχόμενο της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Μελετώνται ακόμη τα πιο πρόσφατα θεολογικά και φιλοσοφικά έργα. Μόνο λίγοι από τους μοναχούς διαβάζουν βιβλία άλλου περιεχομένου. Παρ' όλα αυτά, μυθιστορήματα μπορεί κανείς να βρει και στις τοπικές βιβλιοθήκες. Δεδομένου ότι η μοναστική θεωρείται ανώτερη πνευματικά από τη λαϊκή ζωή, η λογοτεχνία κοσμικού περιεχομένου δεν ενδιαφέρει πλέον τον μοναχό, ακόμη και αν η ανάγνωσή της δεν του απαγορεύεται.
Η υπακοή
Οι μοναχοί του Αγίου Όρους εργάζονται σκληρά. Οι ασκητές στα κελλιά ασχολούνται με τη γεωργία και την οινοποιία, ενώ οι κάτοικοι των καλυβών ασχολούνται με χειρωνακτικές εργασίες και τέχνες, όπως με την παραγωγή αντικειμένων ξυλογλυπτικής. Ορισμένα κελλιά συνδέονται, ακόμη, στενά με τη μουσική και τη ζωγραφική.
Οι μοναχοί των κοινοβίων εκτελούν εργασίες που σχετίζονται με όλες τις πτυχές της μοναχικής ζωής, συμπεριλαμβανομένης της λατρείας, της συντήρησης των λειψάνων, της φροντίδας της αδελφότητας και των προσκυνητών, της καλλιέργειας των κήπων και της φροντίδας των δέντρων. Πρέπει να σημειωθεί ότι η μείωση του αριθμού των μοναχών δυσχεραίνει σημαντικά τις συνθήκες διαβίωσης, ενώ η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες καθιστά το έργο τους ακόμη πιο δύσκολο. Για τον σκοπό αυτό, τα μοναστήρια με μικρό αριθμό μοναχών αναγκάζονται συχνά να προσλαμβάνουν λαϊκούς, για τις εξωτερικές κυρίως εργασίες.
Σήμερα, μερικές από τις αρμοδιότητες που αναλαμβάνουν οι μοναχοί σε ένα κοινοβιακό μοναστήρι είναι οι παρακάτω:
- Ηγούμενος, γραμματέας, βιβλιοθηκάριος, σκευοφύλακας, αρχειοφύλακας, διάκονος, ψάλτης, καντηλανάφτης, ξεναγός, αποθηκάριος, μάγειρας, αρτοποιός, γιατρός, νυχτοφύλακας, ξυλοκόπος, αμπελουργός, κηπουρός κ.ά.
Αναμφίβολα, στα μικρά μοναστήρια ο αριθμός των μοναχών δεν επαρκεί. Έτσι, συχνά ένα άτομο μπορεί να εκτελεί ταυτοχρόνως περισσότερα από ένα καθήκοντα. Παρόμοιες αρμοδιότητες αναλαμβάνουν και οι μοναχοί των ιδιόρρυθμων μονών.
Η διατροφή των μοναχών
Η αυστηρή διατροφή των μοναχών δεν εμπεριέχει γευστική ποικιλία. Η βάση της αγιορείτικης κουζίνας είναι το ψωμί, το ελαιόλαδο, το κρασί, οι ελιές και τα λαχανικά.
Οι μοναχοί των κοινοβιακών μονών και των περισσότερων καλυβών, τρώνε δύο φορές την ημέρα, το πρωί και το μεσημέρι, μόνο ορισμένες ημέρες την εβδομάδα (τη Δευτέρα, την Τετάρτη και την Παρασκευή παρέχεται μόνο ένα γεύμα ημερησίως). Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, οι μοναχοί περιορίζονται σε ένα γεύμα την κάθε ημέρα της νηστείας. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το φαγητό μαγειρεύεται χωρίς τη χρήση λαδιού, το οποίο επιτρέπεται μόνο το Σάββατο και την Κυριακή. Οι μοναχοί δεν τρέφονται ποτέ με κρέας, ενώ ψάρια καταναλώνονται μόνο τις ημέρες των μεγάλων γιορτών.
Η νηστεία των ησυχαστών μοναχών είναι ακόμη πιο αυστηρή. Η μοναστική δίαιτα εξασφαλίζει τη διατήρηση της απαραίτητης σωματικής δύναμης και περιορίζει τη λαιμαργία. Οι μοναχοί των ιδιόρρυθμων μοναστηριών, των κελλιών και ορισμένων καλυβών, τρώνε δύο φορές την ημέρα, τηρώντας μια εξίσου μετριοπαθή δίαιτα. Το φαγητό αποτελεί ιερή διαδικασία και θεωρείται συνέχεια της Θείας Λειτουργίας (γι' αυτό και οι Τράπεζες χτίστηκαν έτσι ώστε η είσοδός τους να βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του Καθολικού). Οι μοναχοί εισέρχονται στην Τράπεζα με πομπή και τελούν το κάθε γεύμα με προσευχή, κατάνυξη και ακρόαση των κειμένων που απαγγέλλει ο αναγνώστης.
Η φιλοξενία των ιερών μονών
Όλα τα μοναστήρια αποτελούν φιλανθρωπικούς οργανισμούς. Από την αρχή της δημιουργίας της, η Εκκλησία έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους πάσχοντες. Φρόντιζε πάντοτε να εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων που ζούσαν στους κόλπους της. Έτσι, παρά το γεγονός ότι το Άγιον Όρος βρίσκεται μακριά από τον κόσμο, φροντίζει να στέλνει συνεχώς εκπροσώπους του μεταξύ των λαϊκών.
Όσο για τους επισκέπτες, αυτοί μπορούν να χωριστούν σε διάφορες κατηγορίες. Ορισμένοι έρχονται στον Άθω για πνευματική ανάπαυση, άλλοι εξαιτίας της συνάφειας των σπουδών τους, ορισμένοι πλησιάζουν από καθαρή περιέργεια και κάποιοι έρχονται στον Άθω ως τουρίστες.
Οι λαϊκοί έχουν το δικαίωμα να διαμείνουν σε οποιοδήποτε μοναστήρι, εφόσον η εκάστοτε μονή έχει τη δυνατότητα να τους φιλοξενήσει. Μπορούν να παραμείνουν για όσο διάστημα επιθυμούν, εφόσον έχουν γίνει δεκτοί και τους έχει δοθεί η αντίστοιχη άδεια παραμονής, το λεγόμενο διαμονητήριο. Η πιο συνηθισμένη διάρκεια παραμονής στο Άγιον Όρος είναι οι τέσσερις ημέρες.
Ως μόνιμοι εργάτες μπορούν να προσληφθούν μόνο ορθόδοξοι χριστιανοί. Βέβαια, ο κατάλογος των θέσεων εργασίας που προσφέρονται στον Άθω δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλος. Συνήθως υπάρχει ανάγκη για εργοδηγούς, οικοδόμους και αγρότες. Με ειδική άδεια του Πατριαρχείου ή του Υπουργείου Εξωτερικών, παρέχεται η δυνατότητα παραμονής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε επιστήμονες που επιθυμούν να διεξάγουν κάποια σχετική έρευνα στις βιβλιοθήκες και τα πολύτιμα αρχεία των μονών, στους ναούς και τα επιμέρους κτήρια.
Παρά το γεγονός ότι τα μοναστήρια δεν έχουν πάντοτε την αναμενόμενη οικονομική άνεση, είναι πρόθυμα να παρέχουν όλα τα απαραίτητα μέσα για να περιποιηθούν με τη φιλοξενία τούς τους επισκέπτες. Μάλιστα, διαθέτουν ένα ειδικά σχεδιασμένο κτήριο, το «αρχονταρίκι», το οποίο αποτελεί χώρο φιλοξενίας και διαμονής των προσκυνητών. Σε όσους καταφθάνουν στις μονές του Άθω προσφέρεται κέρασμα, ένα ποτήρι τοπικό κρασί και γλυκίσματα.
Από τις μονές οι επισκέπτες μπορούν να δουν και να θαυμάσουν όλο το φυσικό μεγαλείο του ιερού βουνού, τη θάλασσα που απλώνεται μπροστά τους και τον απέραντο ουρανό.
Η έννοια της φιλοξενίας είναι για τους μοναχούς σπουδαίο διακόνημα. Οι επισκέπτες ξεναγούνται στα κτήρια, στις βιβλιοθήκες και στους ναούς, προσκυνούν τα ιερά κειμήλια και τους θησαυρούς των μονών. Τους δίνεται τελικά το πολυτιμότερο πράγμα που διαθέτουν οι αγιορείτες πατέρες, η αγάπη και η φροντίδα τους.