Ο ναός του Πρωτάτου, χτισμένος σύμφωνα με τον αρχαιότερο τύπο βασιλικής, διαθέτει μεγάλες επιφάνειες οι οποίες ενδείκνυνται για τη δημιουργία εκτενών πολυπρόσωπων συνθέσεων. Έχοντας το πλεονέκτημα αυτό, ο Μανουήλ Πανσέληνος κατάφερε να δημιουργήσει πρωτότυπα έργα με ισχυρή ενότητα. Αν και απαιτήθηκε ειδικός σχεδιασμός, καθώς και μικρές παρεμβάσεις στο ίδιο το κτίριο, εντούτοις ο τοιχογραφικός διάκοσμος του Πρωτάτου αποτέλεσε ένα πρότυπο βυζαντινής εικονογραφικής τέχνης για όλους τους επόμενους καλλιτέχνες.
Το μεγαλύτερο μέρος της διακόσμησης του ναού διασώθηκε ακέραιο. Ωστόσο, η καταστροφή των τοιχογραφιών στο ανώτερο τμήμα, καθώς και των αετωμάτων του κεντρικού και του εγκάρσιου κλίτους, δεν μας επιτρέπει να έχουμε πλήρη εικόνα της αρχικής μορφής του εικονογραφικού προγράμματος του καλλιτέχνη. Την περίοδο της τουρκοκρατίας, κατά τον 16ο – 17ο αιώνα ο εικαστικός διάκοσμος συμπληρώθηκε από μερικά επιπλέον αγιογραφικά έργα. Στη δεκαετία του 1950 ξεκίνησαν εκτεταμένες εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών. Οι τελευταίες έρευνες αποκάλυψαν ένα μεταγενέστερο στρώμα εικόνων που χρονολογείται από τη μεσοβυζαντινή περίοδο.
Εικαστικές συνθέσεις
Οι εικαστικές συνθέσεις του ναού του Πρωτάτου αποτελούν έργα μνημειακού χαρακτήρα. Το πλάτος τους, ο μεγάλος αριθμός των αναπαριστώμενων προσώπων, καθώς και ο ιδιαίτερος τρόπος οργάνωσης και δομής τους, συμβάλλουν στην ανάδειξη του μεγαλείου της σύνθεσης.
Βασικό χαρακτηριστικό των συνθέσεων είναι η συμμετρία και η ισορροπία. Οι παραστάσεις που συμπληρώνουν το κυρίως θέμα είναι συνήθως τοποθετημένες εκατέρωθεν του κεντρικού άξονα. Η σκηνή της ψηλάφησης του Θωμά διαμορφώνεται σύμφωνα με το βασικό μοτίβο, κατά το οποίο η σύνθεση διαιρείται σε τρία μέρη με κεντρικό άξονα το πρόσωπο του Ιησού.
Η αυστηρότητα, η συμμετρία και η ισορροπία των συνθέσεων αλληλεπιδρούν με τον εσωτερικό ρυθμό των έργων. Οι μορφές ζωντανεύουν χωρίς να καταστρέφεται ο μνημειακός χαρακτήρας της σύνθεσης. Μέσω των κινήσεων των σωμάτων, τα επιμέρους πρόσωπα εισάγονται σε ένα είδος διαλόγου, πλαισιώνοντας την κεντρική μορφή η οποία εντάσσεται οργανικά στη σύνθεση.
Οι ιδιαίτερες ρυθμικές κινήσεις συμπληρώνουν θαυμάσια την αίσθηση ηρεμίας των αγιογραφιών. Είναι ανάλαφρες και απαλές. Ο ρυθμικός διάλογος αποτελεί ένα από τα πρωτεύοντα χαρακτηριστικά που διακρίνουν τις τοιχογραφίες του Πρωτάτου από κάθε άλλο μνημειακό έργο εικονογραφίας της εποχής.
Το εικονογραφικό πρόγραμμα
Το εικονογραφικό πρόγραμμα του Πανσέληνου περιλαμβάνει οριζόντιες ζώνες, οι κατώτερες από τις οποίες κοσμούνται με πλήθος πλουμιδιών και φυτικών μοτίβων. Στο κεντρικό κλίτος η επιφάνεια χωρίζεται σε πέντε ζώνες. Η τέταρτη, στην οποία αναπαριστώνται ολόσωμες οι μορφές των αγίων, έχει το μεγαλύτερο ύψος (2,40 μ.).
Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού περιλαμβάνει 40 κεντρικές πολυπρόσωπες συνθέσεις, οι οποίες χωρίζονται σε τέσσερις θεματικές ενότητες. Αφετηρία του προγράμματος είναι οι δώδεκα μεγάλες γιορτές της εκκλησίας, ο κύκλος των Παθών του Κυρίου και η εμφάνισή Του μετά την Ανάσταση, ορισμένες εικαστικές αναφορές στην Αγία Τριάδα και σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου.
Μεμονωμένες μορφές αγίων, η ουράνια στρατιά όπως τη χαρακτηρίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, είναι τοποθετημένες σε διάφορα μέρη του ναού. Υπάρχουν αναπαραστάσεις των προφητών, των αποστόλων, των ιεραρχών, των αγίων πολεμιστών και των μαρτύρων της Εκκλησίας. Μεταξύ άλλων εντοπίζονται εικόνες ασκητών και μοναχών του Αγίου Όρους. Στην άνω ζώνη του κεντρικού κλίτους απεικονίζονται οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης από τον Αδάμ έως τον Ιωσήφ. Οι δώδεκα απόστολοι αναπαρίστανται στην τρίτη ζώνη του κεντρικού κλίτους και στη δεύτερη ζώνη του εγκάρσιου κλίτους. Έτσι, στον ναό του Πρωτάτου μπορούμε να παρακολουθήσουμε όλη την πορεία και την ιστορία της Εκκλησίας του Χριστού, από τους προπάτορες που προηγήθηκαν, τους προφήτες που προανήγγειλαν την ίδρυσή της, τους αποστόλους που τη συγκρότησαν, τους μάρτυρες που την ενίσχυσαν και τους επισκόπους που την κόσμησαν.
Το δωδεκάορτο
Ο κύκλος του δωδεκαόρτου, με κορυφαία σκηνή την Κοίμηση της Θεοτόκου, αποτελεί μια εικαστική απόδοση των σημαντικότερων γεγονότων της ζωής του Χριστού. Η εναλλαγή των σκηνών ακολουθεί την αφήγηση του Ευαγγελίου. Η απεικόνιση συνδέεται άμεσα με τη Θεία λειτουργία και το μυστήριο που τελείται εντός του ναού.
Τα εικονογραφικά προγράμματα, όπως διαμορφώθηκαν μετά την εικονομαχία, επιδιώκουν να αναδείξουν το ιστορικό και δογματικό χαρακτήρα της ενσάρκωσης του Κυρίου.
Όσον αφορά το δωδεκάορτο, στον ναό του Πρωτάτου αναπαρίστανται:
- ο Ευαγγελισμός,
- τα Χριστούγεννα,
- η Υπαπαντή
- η Βάπτιση,
- η Μεταμόρφωση του Σωτήρος,
- η Ανάσταση του Λαζάρου,
- η Είσοδος στην Ιερουσαλήμ,
- η Σταύρωση,
- η εις Άδου Κάθοδος,
- η Ανάσταση,
- η Πεντηκοστή,
- η Κοίμηση της Θεοτόκου.
Καθώς ο Πανσέληνος είχε άπλετο χώρο στη διάθεσή του, συμπλήρωσε τις βασικές σκηνές με δευτερεύουσες αναπαραστάσεις, σύμφωνα με την εικαστική τάση της παλαιολόγειας περιόδου. Έτσι, μια σκηνή με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή συμπληρώνει τη σκηνή της Βαπτίσεως, ενώ η σκηνή της εμφάνισης του Χριστού στους αποστόλους λίγο πριν από την Ανάληψη, συμπληρώνει τη σκηνή της Αναστάσεως.
Ο κύκλος των Παθών και η εμφάνιση του Κυρίου μετά την Ανάσταση
Ο κύκλος των Παθών συμπληρώνει τον χώρο μεταξύ της αναπαράστασης της εισόδου στην Ιερουσαλήμ και της εικόνας της Σταύρωσης. Εκεί περιλαμβάνονται σκηνές σχετικές με την Ανάσταση και τις μετέπειτα εμφανίσεις του Κυρίου. Ο κύκλος αυτός διακρίνεται κυρίως για τον αφηγηματικό του χαρακτήρα.
Η πρώτη σκηνή αναπαριστά τον Μυστικό Δείπνο, ο οποίος κοσμεί τον νότιο τοίχο της Αγίας Τράπεζας, κάτω από την αναπαράσταση της Γεννήσεως. Στη συνέχεια ακολουθεί μια ενιαία ζώνη όπου είναι τοποθετημένες οι εξής σκηνές:
- η εικόνα του Ιερού Νιπτήρος,
- η προσευχή στο όρος των Ελαιών,
- η προδοσία του Ιούδα,
- ο Χριστός ενώπιον του Καϊάφα και του Άννα,
- ο Χριστός ενώπιον του Πιλάτου.
Οι σκηνές της Σταύρωσης και της Καθόδου στον Άδη απουσιάζουν από τον κύκλο των Παθών, καθώς εντάσσονται στο δωδεκάορτο.
Ο κύκλος ολοκληρώνεται με τέσσερις σκηνές:
- την ψηλάφηση του Θωμά,
- τις μυροφόρες γυναίκες,
- την πορεία προς Εμμαούς,
- την Ανάληψη.
Η ψηλάφηση του Θωμά απεικονίζεται στον βόρειο τοίχο του τέμπλου, κάτω από την Πεντηκοστή και απέναντι από τον Μυστικό Δείπνο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Πανσέληνος απεικόνισε τον Χριστό σύμφωνα με τον σπάνιο τύπο του μεταμορφωμένου Ιησού, δηλαδή κατά τη στιγμή της εμφάνισής του ενώπιον των αποστόλων μετά την Ανάσταση:
«…ἴδετε τὰς χεῖράς μου καὶ τοὺς πόδας μου, ὅτι αὐτὸς ἐγώ εἰμι· ψηλαφήσατέ με καὶ ἴδετε, ὅτι πνεῦμα σάρκα καὶ ὀστέα οὐκ ἔχει καθὼς ἐμὲ θεωρεῖτε ἔχοντα.» (Λουκάς 24:39).
Ο κύκλος της Πεντηκοστής
Οι απεικονίσεις της Πεντηκοστής είναι τοποθετημένες στις γωνίες του ναού του Πρωτάτου. Στην νοτιοανατολική πλευρά αναπαρίστανται οι μυροφόρες γυναίκες, στη νοτιοδυτική απεικονίζεται ο Χριστός να διδάσκει τους Ιουδαίους, η εκδίωξη των εμπόρων από τον Ναό, η θεραπεία του παραλυτικού, η θεραπεία του τυφλού και η συνάντηση του Χριστού με τους Σαμαρείτες. Στη βορειοδυτική πλευρά αναπαρίσταται ο Ιησούς που κηρύττει στον Ναό.
Ο κύκλος αυτός αποτελεί συνέχεια του κύκλου των Παθών. Μεταξύ άλλων βρίσκουμε μια απόδοση της σκηνής του Χριστού που κηρύττει στον ναό:
«Κάθε χρόνο, τη γιορτή του Πάσχα οι γονείς του Ιησού πήγαιναν στην Ιερουσαλήμ. Όταν έγινε δώδεκα χρονών, ανέβηκαν στα Ιεροσόλυμα, στη γιορτή, όπως συνήθιζαν. Όταν τέλειωσε η γιορτή και γύριζαν πίσω, το παιδί ο Ιησούς παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ, χωρίς να το ξέρουν ο Ιωσήφ και η μητέρα του. Νομίζοντας ότι ήταν μέσα στο πλήθος των προσκυνητών, περπάτησαν μιας μέρας δρόμο και ύστερα άρχισαν να τον αναζητούν ανάμεσα στους συγγενείς και τους γνωστούς. Δεν τον βρήκαν, όμως, και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ να τον αναζητήσουν. Τον βρήκαν ύστερα από τρεις μέρες στο ναό καθισμένον ανάμεσα στους νομοδιδασκάλους, να τους ακούει και να τους κάνει ερωτήσεις. Όλοι όσοι τον άκουγαν έμεναν κατάπληκτοι για τη νοημοσύνη και τις απαντήσεις του. Μόλις τον είδαν οι γονείς του, απόρησαν, και η μητέρα του τού είπε: «Παιδί μου, γιατί μας το ’κανες αυτό; Ο πατέρας σου κι εγώ σε αναζητούσαμε με πολλή αγωνία». Ο Ιησούς τους απάντησε: «Γιατί με αναζητούσατε; Δεν ξέρατε ότι πρέπει να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα μου;» Εκείνοι όμως δεν κατάλαβαν τα λόγια που τους είπε. Ο Ιησούς κατέβηκε μαζί τους και ήρθε στη Ναζαρέτ και ζούσε κοντά τους με υπακοή. Η μητέρα του όμως διατηρούσε μέσα στην καρδιά της όλα αυτά τα λόγια. Ο Ιησούς μεγάλωνε και πρόκοβε στη σοφία, και η χάρη που είχε ευαρεστούσε το Θεό και τους ανθρώπους.». (Λουκάς 2:40-52)
Ο Θεομητορικός κύκλος
Τα πρώτα δείγματα μνημειακής ζωγραφικής που συνδέονται με τον βίο της Θεοτόκου χρονολογούνται από τον 9ο αιώνα, ενώ ο Θεομητορικός κύκλος παγιώνεται κατά τον 11ο – 12ο αιώνα. Την εποχή των Παλαιολόγων οι σκηνές από τη ζωή της Παναγίας αποκτούν ιδιαίτερη θέση στο εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών.
Στον ναό του Πρωτάτου, παρά το γεγονός ότι είναι αφιερωμένος στην Υπεραγία Θεοτόκο, οι σκηνές που αναφέρονται στο πρόσωπό της είναι μόνο τρεις, η Γέννηση, τα Εισόδια και η Κοίμηση. Τα δύο πρώτα είναι τοποθετημένα στο νότιο τμήμα του εγκάρσιου κλίτους, ενώ το τρίτο θέμα αναπαρίσταται στον δυτικό τοίχο του κεντρικού κλίτους.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου καταλαμβάνει ολόκληρη την επιφάνεια του δυτικού τοίχου (6,40 μ.). Αποτελεί τη μεγαλύτερη πολυπρόσωπη τοιχογραφία του ναού. Εκεί απεικονίζονται μεταξύ άλλων οι δύο ολόσωμες μορφές του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού και του Αγίου Κοσμά. Όσον αφορά τον εικονογραφικό τους τύπο, οι εικόνες ακολουθούν αρχαϊκά πρότυπα. Ενώ σε άλλους ναούς του 13ου και 14ου αιώνα η σκηνή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου χαρακτηρίζεται από μια ιδιαίτερη συμμετρία στη σύνθεση, με τους αγγέλους να περιβάλλουν τον Χριστό και τους αποστόλους εκατέρωθεν της Θεοτόκου, στην εκκλησία του Πρωτάτου οι απόστολοι βρίσκονται στα δεξιά της Παναγίας και οι άγγελοι, μαζί με μια ομάδα γυναικών, απεικονίζονται στα αριστερά.
Η σκηνή των Εισοδίων είναι εξίσου εντυπωσιακή και διακρίνεται για την αφηγηματική της ροή. Ο Πανσέληνος κατάφερε να αποτυπώσει πολλαπλές εναλλασσόμενες σκηνές. Η Παναγία εμφανίζεται τρεις φορές, όταν απομακρύνεται από τους γονείς της, όταν συναντά τον Ζαχαρία και όταν κατοικεί πια στον ναό, υπό τη σκέπη και προστασία των αγγέλων.
Ο κύκλος της ζωής της Θεοτόκου συμπληρώνεται από σκηνές εμπνευσμένες από την Παλαιά Διαθήκη.
Προπάτορες και Προφήτες
Στο πάνω μέρος του βόρειου και του νότιου τοίχου του κεντρικού κλίτους απεικονίζονται οι Προπάτορες, από τον Αδάμ έως τον Ιωσήφ. Υποδηλώνεται έτσι η σχέση τους με την Παρθένο Μαρία και τη γέννηση του Χριστού. Ωστόσο, οι μορφές των Προπατόρων στον δυτικό τοίχο υπέστησαν σοβαρές φθορές και δεν έχουν διασωθεί.
Από την αρχική εικόνα των 53 Προπατόρων διακρίνονται 45 μορφές, οι οποίες απεικονίζονται ολόσωμες με τους χιτώνες των αρχαίων φιλοσόφων. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό παράδειγμα εικονογραφίας της Ανατολικής Εκκλησίας.
Η γενεαλογία του Ιησού συμβάλλει σημαντικά στη σύνδεση της Παλαιάς με την Καινή Διαθήκη. Οι μορφές των Προπατόρων σχετίζονται με το ιερό πρόσωπο της Παναγίας, καθώς και με την ενσάρκωση του Ιησού Χριστού.
Ευαγγελιστές - Απόστολοι
Στο κεντρικό και στο εγκάρσιο κλίτος του ναού του Πρωτάτου απεικονίζονται οι δώδεκα απόστολοι χωρισμένοι σε τρεις ομάδες. Μάλιστα, εντάσσονται στο εικονογραφικό πρόγραμμα ανάλογα με τις ιδιότητές τους. Οι τέσσερις ευαγγελιστές απεικονίζονται ο ένας απέναντι από τον άλλο στην τρίτη ζώνη του κεντρικού κλίτους. Σύμφωνα με τον καθιερωμένο τύπο, είναι στραμμένοι προς τα ανατολικά όπου τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Δύο από τους σπουδαιότερους αποστόλους, ο Πέτρος και ο Παύλος, απεικονίζονται ως στυλοβάτες της Εκκλησίας στο ανατολικό τμήμα του ναού.
Οι άλλοι έξι απόστολοι απεικονίζονται ανά τρεις στη δεύτερη ζώνη του βόρειου και του νότιου τοίχου του εγκάρσιου κλίτους.
Η απεικόνιση των Αποστόλων στη μνημειακή ζωγραφική έχει τις ρίζες της στην πρώιμη χριστιανική τέχνη. Η εικονογραφική αυτή παράδοση συνεχίστηκε κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο σε μνημεία της Ιταλίας, της Σικελίας και της Ελλάδας.
Ασκητές μοναχοί
Στον ναό του Πρωτάτου οι άγιοι ασκητές κατέχουν ιδιαίτερη θέση. Απεικονίζονται στην κάτω ζώνη του βόρειου και του νότιου τοίχου του εγκάρσιου κλίτους. Συνήθως εμφανίζονται ολόσωμοι κρατώντας στα χέρια τους ανοιχτούς παπύρους, όπου καταγράφονται οι διδαχές τους για τη μοναστική ζωή. Οι άγιοι μοναχοί, σε αντίθεση με τους μάρτυρες, έχουν επιλέξει οι ίδιοι να θυσιάσουν τη ζωή τους στο όνομα του Χριστού.
Μεταξύ των μοναχών που απεικονίζονται στον ναό εξέχουσες είναι οι μορφές των ερημιτών, των μοναχών της Αιγύπτου, της Παλαιστίνης, της Συρίας και της Μικράς Ασίας. Πρόδρομος των ασκητών θεωρείται ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος αποτέλεσε πρότυπο μοναστικής ζωής και απεικονίζεται στην ανατολική πλευρά του νότιου τοίχου του εγκάρσιου κλίτους.
Οι άγιοι μοναχοί του Πρωτάτου είναι εξαιρετικές προσωπικότητες, άτομα προικισμένα με διορατικότητα και πνευματικότητα.
Οι απεικονίσεις των μοναχών δεν είναι ιδιαίτερα συνήθεις στη βυζαντινή μνημειακή ζωγραφική. Ωστόσο, ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, ως ιδρυτής της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας και εμπνευστής του μοναχισμού στο Άγιον Όρος, θα απεικονιστεί επανειλημμένως κατά το πρώτο τέταρτο του 14ου αιώνα σε ναούς του ελλαδικού χώρου αλλά και στο εξωτερικό, στη μεσαιωνική Σερβία. Δίπλα στον Άγιο Αθανάσιο και τον Όσιο Παύλο τον Ξηροποταμινό τοποθετείται συχνά η αποστεωμένη μορφή του Οσίου Πέτρου του Αθωνίτη.
Στρατιωτικοί άγιοι
Μεταξύ των έργων του ναού του Πρωτάτου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναπαραστάσεις των στρατιωτικών αγίων. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα αγαπητή θεματική της βυζαντινής τέχνης, η οποία αναπτύχθηκε ήδη από τον 12ο αιώνα. Η θέση που κατέχουν οι στρατιωτικοί άγιοι στο εικονογραφικό πρόγραμμα οφείλεται αφενός στην τιμή που τους αποδίδεται ως μεγαλομαρτύρων, αλλά και στο γεγονός ότι στο πρόσωπό τους αντικατοπτρίζεται η βυζαντινή κοινωνία, η οποία στηρίζεται στους πυλώνες του κράτους και της εκκλησίας. Κατά την εποχή των Παλαιολόγων οι μορφές των αγίων αυτών απέκτησαν τα πιο οικεία και ανθρώπινα περιγράμματα. Οι στρατιωτικοί άγιοι του Πρωτάτου είναι πραγματικοί πολεμιστές, με βαρύ ρουχισμό και πανοπλίες. Τα πρόσωπα που εμφανίζονται στις τοιχογραφίες είναι:
- ο Άγιος Δημήτριος,
- ο Άγιος Γεώργιος,
- ο Άγιος Ευστάθιος,
- ο Άγιος Προκόπιος,
- ο Άγιος Ερμής,
- ο Άγιος Αρτέμιος,
- ο Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης,
- ο Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων.
Παρά τις στολές και τα όπλα που κρατούν στα χέρια τους, οι ιεροί στρατιώτες του Πρωτάτου δεν προκαλούν φόβο. Τα πρόσωπά τους διέπονται από ηρεμία, ενώ οι συγκρατημένες κινήσεις τους υποδηλώνουν την υψηλή πνευματική τους κατάσταση.
Οι άγιοι της Θεσσαλονίκης
Η πόλη της Θεσσαλονίκης, γενέτειρα του Μανουήλ Πανσέληνου, έχει ιδιαίτερη θέση στο εικονογραφικό πρόγραμμα του Πρωτάτου. Η μνεία στην πόλη γίνεται μέσα από την αναπαράσταση επτά αγίων προσώπων, μεταξύ των οποίων βρίσκεται ο Άγιος Δημήτριος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Δεκαπολίτης, ο Όσιος Δαυίδ κ.ά.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ο προστάτης και πολιούχος της Θεσσαλονίκης, Άγιος Δημήτριος, ο οποίος μαρτύρησε στις αρχές του 4ου αιώνα επί βασιλείας του Ρωμαίου αυτοκράτορα Γαλέριου. Ο Άγιος Δημήτριος απεικονίζεται όρθιος σε μεγαλοπρεπή στάση και θυμίζει εικόνες ρωμαίων αυτοκρατόρων. Η μορφή του αναδεικνύει τον θρίαμβο του μαρτυρίου.
Οι υπόλοιποι άγιοι που συνδέονται με τη Θεσσαλονίκη, αποτελούν πρόσωπα που κατάγονταν (Άγιος Παύλος ο Ομολογητής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως), έγιναν μοναχοί (Άγιος Δαυίδ, Άγιος Γρηγόριος ο Δεκαπολίτης) ή τάφηκαν εκεί (Άγιος Αλέξανδρος).
Άγιοι ιατροί
Οι ιατροί άγιοι αποτελούν μια εξαιρετικά προσφιλή κατηγορία αγίων. Η ιαματική και θεραπευτική τους δράση οδήγησε στην ιδιαίτερη λατρεία τους. Κατέχουν μια πολύ σημαντική θέση στο εικονογραφικό πρόγραμμα των ναών, καθώς τιμώνται αδιαλείπτως από τους πιστούς που προσφεύγουν σε αυτούς. Μεταξύ τους βρίσκουμε τον Άγιο Κοσμά, τον Άγιο Παντελεήμων και τον Άγιο Δαμιανό.
Στυλιστικά χαρακτηριστικά των τοιχογραφιών του Πρωτάτου
Οι ανθρώπινες μορφές
Οι ανθρώπινες μορφές των τοιχογραφιών του Πρωτάτου σχηματίζονται σύμφωνα με τις παραδοσιακές αναλογίες των σωμάτων. Οι μορφές των προγόνων, των προφητών, των αποστόλων και των αγίων, οι οποίοι αναπαριστώνται ολόσωμοι, εντυπωσιάζουν με τον όγκο και την πλαστικότητά τους. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις η απόδοση του όγκου είναι εμφανώς επηρεασμένη από τα ελληνορωμαϊκά γλυπτά.
Οι τοιχογραφίες του Πρωτάτου διαφέρουν, επίσης, από άλλα έργα της εποχής ως προς τη χρωματική απόδοση των προσώπων, τις ιδιόμορφες φωτοσκιάσεις και τις συνθέσεις πρωτοφανούς χρωματικής αρμονίας. Ταυτόχρονα, τα πρόσωπα του Πανσέληνου χαρακτηρίζονται από έντονη εκφραστικότητα. Ο καλλιτέχνης δεν μιμείται απλώς την τέχνη των προγόνων του, αλλά εκφράζεται μέσα από αυτή. Δεν αρνείται την ομορφιά του ανθρώπου, ο οποίος δημιουργήθηκε κατ' εικόνα και καθ’ ομοίωση του Θεού, αλλά τη θεωρεί θείο δώρο.
Τέλος, οι κινήσεις των σωμάτων στον χώρο ενισχύονται από τις φωτοσκιάσεις. Η τεχνική του Πανσέληνου φημίζεται για την ικανότητά της να προκαλεί την εντύπωση πως η φιγούρα βγαίνει από την επιφάνεια του τοίχου, δημιουργώντας έτσι ένα τρισδιάστατο αποτέλεσμα. Η αίσθηση αυτή ενισχύεται ακόμη περισσότερο από τα ρούχα, τα οποία συμβάλλουν στην απόδοση της κίνησης.
Το σώμα και οι πτυχώσεις των ενδυμάτων
Οι αποχρώσεις και η χρήση των καθαρών γραμμών στην τέχνη του Πανσέληνου αποδίδουν με εξαιρετικό τρόπο τόσο τα ενδύματα των μορφών, όσο και τον όγκο του σώματός τους.
Τα ενδύματα αποδίδονται συνήθως με τη χρήση δύο, τριών ή περισσότερων αποχρώσεων του ίδιου χρωματικού τόνου.
Οι γραμμές του περιγράμματος είναι πλατιές, οριοθετούν τα ξεχωριστά επίπεδα της εικόνας και δημιουργούν την αίσθηση των πτυχώσεων. Η οξύτητα της γραμμής σε συνδυασμό με τη φωτοσκίαση, καθιστά δυνατή την απόδοση των ενδυμάτων και των σωμάτων των αγίων.
Το τοπίο
Στις τοιχογραφίες του ναού του Πρωτάτου, ο Πανσέληνος χρησιμοποιεί το τοπίο προκειμένου να οργανώσει τη σύνθεση με όγκο και βάθος.
Τα βουνά και οι βράχοι, όπως φαίνεται στις σκηνές της Γέννησης, της Βάπτισης, της Μεταμόρφωσης, της Προσευχής στο Όρος των Ελαιών, της Ανάστασης κ.ά., λειτουργούν ως διακόσμηση που περιβάλλει την κεντρική σκηνή και το γεγονός που λαμβάνει χώρα εντός του εικαστικού χώρου.
Το χρώμα
Η χρωματική παλέτα που χρησιμοποιεί ο Πανσέληνος διαφέρει πολύ από τις φωτεινές χρωματικές επιλογές των υπόλοιπων καλλιτεχνών της εποχής. Ο καλλιτέχνης του Πρωτάτου χρησιμοποιεί κυρίως ανοιχτούς, ημιδιαφανείς τόνους, μια ποικιλία απαλών χρωμάτων (πράσινο, ροζ, πορτοκαλί, κόκκινο, καφέ, βιολετί) και αρμονικούς συνδυασμούς. Οι τοιχογραφίες εκπέμπουν έτσι τη φρεσκάδα της ελληνιστικής ζωγραφικής.