Ιστορία και νεωτερικότητα
Η Μονή Εσφιγμένου είναι χτισμένη στο μυχό ενός υπήνεμου όρμου στη βορειοανατολική ακτή. Τα θεμέλια της βρέχονται κυριολεκτικά από τα κύματα. Το κτηριακό της συγκρότημα καταλαμβάνει όλη τη στενή πεδινή έκταση που σχηματίζεται ανάμεσα σε τρεις λόφους: Ζωοδόχου Πηγής (ανατολικά), Γριμποβίτσα (νότια), Σαμάρεια (δυτικά). Η κάτοψή της σχηματίζει τετράπλευρο. Οι πτέρυγες είναι τετραώροφες. Από την πρόσοψη προς τη θάλασσα απουσιάζουν εξώστες, απλωταριές και σαχνισιά για λόγους ασφαλείας, και τα στενά παράθυρα θυμίζουν πολεμίστρες, γεγονός που δίνει μια αναπάντεχη αυστηρότητα και ενδοστρέφεια στο μοναστηριακό συγκρότημα.
Ο οχυρωματικός χαρακτήρας της μονής τονίζεται γίνεται ακόμα πιο έντονος εξαιτίας των αμυντικών πύργων που είναι ενσωματωμένοι στη βόρεια πτέρυγα. Η οριζόντια διάσταση της μονής διακόπτεται από τους πύργους και από τον πύργο του καμπαναριού (νότια πτέρυγα). Οι στέγες όλων των πτερύγων είναι σκεπασμένες με κεραμίδια· πάνω στις στέγες προβάλλουν πολλοί τρούλλοι παρεκκλησίων. Η μονή έχει πολλούς πύργους που προβάλλουν πάνω από τον οχυρωματικό περίβολο. Ορισμένοι από τους παλαιότερους δεν έχουν επίστεψη. Οι νεότεροι πύργοι χρονολογούνται από τα μέσα του 19ου αιώνα, όταν η μονή επεκτάθηκε προς τα ανατολικά. Ο παραθαλάσσιος πύργος είναι αξιόλογος για το μέγεθός του και φέρει διπλή σειρά καταχυστρών.
Ιστορία
Η παράδοση ανάγει την ίδρυση της μονής στον 5ο αιώνα και θεωρεί κτήτορες τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β' και την αδελφή του Πουλχερία. Σύμφωνα με την παράδοση, η αρχική μονή βρισκόταν μισό χιλιόμετρο δυτική της σημερινής και καταστράφηκε από κατακρήμνιση βράχων. Οι πιο πρώιμες ιστορικές μαρτυρίες για τη μονή ανάγονται στα τέλη του 10ου - αρχές του 11ου αιώνα: επιστολή του οσίου Παύλου του Ξηροποταμηνού (1016), διαθήκη του μοναχού Δημητρίου του μονυδρίου του Χαλκέως (1030), Τυπικό Κωνσταντίνου Μονομάχου (1046), όπου η μονή εμφανίζεται να κατέχει την 5η θέση στην ιεραρχία των τότε μονών. Αναφέρεται επίσης έγγραφο στη Μονή Βατοπαιδίου (998) που μνημονεύει τη «Μονή Εσφαγμένου». Ίσως αυτή να είναι η πιθανότερη προέλευση της ονομασίας της μονής, την οποία άλλοι μελετητές αποδίδουν στο στενό χώρο μεταξύ των λόφων ή σε κάποιον μοναχό που ήταν «μονοχίτων σχοινίω σφιγκτώ εζωσμένος».
Η μονή γνώρισε μεγάλη ακμή στην περίοδο από το β' μισό του 13ου έως το α' μισό του 16ου αιώνα. Στην ακμή συνέβαλαν με δωρεές και χορηγίες ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε' Παλαιολόγος, ο κράλης της Σερβίας Στέφανος Δουσάν, καθώς και ο Σέρβος ηγεμόνας Μπράνκοβιτς. Την εποχή εκείνη μόνασαν εκεί ο μετέπειτα οικουμενικός πατριάρχης Αθανάσιος, που ανέλαβε το δύσκολο έργο της επιβολής τάξης στην Εκκλησία μετά τον λατινόφρονα πατριάρχη Βέκκο, και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μεγάλη μορφή του Ησυχασμού και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Λόγω της θέσης της, η μονή λεηλατήθηκε επανειλημμένως από πειρατές. Υπέστη επίσης ζημίες από πυρκαγιές το 14ο αιώνα. Πυρπολήθηκε από τους Τούρκους το 1533. Οι καταστροφές αυτές οδήγησαν στην ερήμωσή της, και οι γειτονικές μονές Χιλανδαρίου και Ζωγράφου καταπάτησαν την κτηματική της περιουσία, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν μακρόχρονες δικαστικές προσφυγές. Στα μέσα του 17ου αιώνα η μονή κατόρθωσε να ανασυγκροτηθεί και να ανοικοδομηθεί χάρη σε προσόδους από εράνους στη Ρωσία και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.
Το 1 746 η μονή πούλησε στη Μονή Ζωγράφου τον αρσανά της Γιοβάνιτσας, τον οποίο κατείχε από το 1528. Το 18ο αιώνα τη μονή βοήθησαν με γενναιόδωρες δωρεές ο μητροπολίτης Μελενίκου Γρηγόριος, που μετά την απομάκρυνσή του από το θρόνο μόνασε εκεί ως μοναχός Γεράσιμος, και ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Δανιήλ, ο οποίος την επανέφερε στο κοινοβιακό σύστημα. Η μετατροπή της σε κοινοβιακή αναγνωρίστηκε με σιγίλλιο του πατριάρχη Γρηγορίου Ε' (1797), ο οποίος συνέβαλε επίσης στην ανοικοδόμησή της. Σημαντικότατη υπήρξε η συμβολή σειράς ηγουμένων (Ακάκιος, Ευθύμιος, Θεοδώρητος, Αγαθάγγελος), στους οποίους οφείλονται όλες οι σημερινές κτηριακές εγκαταστάσεις. Διάδοχος του Αγαθαγγέλου στην ηγουμενία ήταν ο Λουκάς· επί των ημερών του λειτούργησε στη μονή σχολή αγιογραφίας. Το 1821 κήρυξε στη μονή την Επανάσταση ο Εμμανουήλ Παππάς, και η μονή υπέστη μεγάλες καταστροφές από τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής.
Εδώ και περίπου τριάντα χρόνια, η παρούσα συνοδεία της μονής βρίσκεται στο κέντρο του θορύβου της επικαιρότητας. Τα πανό με το σύνθημα «Ορθοδοξία ή Θάνατος», που είναι απλωμένα σε περίοπτη θέση, σηματοδοτούν την αντίθεση της ζηλωτικής συνοδείας στη συνάντηση που έγινε το 1964 στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του οικουμενικού πατριάρχη Αθηναγόρα Α' και του πάπα Ρώμης Παύλου Στ' και οδήγησε στην αμοιβαία άρση του αναθέματος μεταξύ της Ορθοδόξου και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Από τότε, η συνοδεία αρνείται να μνημονεύει, ως οφείλει, το όνομα του οικουμενικού πατριάρχη σε ακολουθίες και λειτουργίες, απέχει από τους διοικητικούς θεσμούς της αθωνικής πολιτείας και δεν αναγνωρίζει την ισχύ των αποφάσεων τους. Στη στάση της αυτή, η συνοδεία έχει τη συνδρομή των απανταχού Παλαιοημερολογιτών (των αυτοαποκαλούμενων «Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών»), καθώς και αντιπατριαρχικών κύκλων στις ΗΠΑ. Αρχές του 2003, το Οικουμενικό Πατριαρχείο κήρυξε τη συνοδεία της Εσφιγμένου «αμετανόητα σχισματική» και κινήθηκαν οι διαδικασίες που προβλέπει ο ΚΧΑΟ και το Σύνταγμα της Ελλάδος για την απομάκρυνση σχισματικών μη ορθοδόξων από το Άγιον Όρος· το Πατριαρχείο και η Ιερά Κοινότητα δήλωσαν ότι δεν επιθυμούν να γίνει χρήση βίας για την απομάκρυνση. Η συνοδεία της μονής προσέφυγε στο Συμβούλιο Επικρατείας. Κατά τα λεγόμενα Αγιορειτών πατέρων, η υπόθεση «θα πάρει χρόνο».
Στη Μονή Εσφιγμένου μόνασαν, εκτός του πατριάρχη Αθανασίου και του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Γρηγορίου του Παλαμά (ο οποίος διετέλεσε και ηγούμενος της επί τριετία), λαμπροί ηγούμενοι όπως οι Ακάκιος, Άνθιμος, Αγαθάγγελος, Λουκάς και Σωφρόνιος. Στη μονή εκάρη μοναχός ο άγιος Αντώνιος Πετσέρσκι. Σε σπήλαιο του λόφου της Σαμάρειας ασκήτεψε ο όσιος Δαμιανός ο Εσφιγμενίτης. Εγκαταβίωσαν επίσης στη μονή οι νεομάρτυρες Ευθύμιος Ιβηροσκητιώτης († 1814, Κωνσταντινούπολη), Αγαθάγγελος († 1819, Σμύρνη), που διετέλεσε τραπεζάρης, και Τιμόθεος († 1820, Αδριανούπολη), καθώς και ο αλείπτης του ιεροκήρυκας Γερμανός. Μόνασε επίσης εκεί και διετέλεσε ηγούμενος ο Γεράσιμος Σμυρνάκης.
Γεράσιμος Σμυρνάκης (Ναύπλιο 1862 - Πάτμος 1935)
Αξιωματικός του ιππικού, εγκατέλειψε τη στρατιωτική καριέρα και εκάρη μοναχός πριν το 1888. Χειροτονήθηκε ιερομόναχος και χρημάτισε ηγούμενος της Μονής Εσφιγμένου (1906-1908). Το ογκώδες έργο του Το Άγιον Όρος (1903) ολοκληρώνει μια σειρά έργων που ξεπερνούν τους προσκυνηματικούς οδηγούς μεμονωμένων μονών και επιδιώκουν μια συνολική θεώρηση του αθωνικού μοναχισμού. Το έργο συνοδεύεται από χάρτη που συνέταξε ο ίδιος και αποτελεί ορόσημο, αστείρευτο ταμιευτήρα πληροφοριών και γνώσεων για το Άγιον Ορός και τεκμηριωμένη και λεπτομερή καταγραφή των πανσλαβιστικών επιδιώξεων και των διαπλοκών που ήταν τότε σε έξαρση στον Άθω.