
Το Άγιον Όρος αποτελεί φάρο της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης. Οι μοναστικές κοινότητες του Άθω έχουν πολλάκις αποδειχθεί θεματοφύλακες των χριστιανικών αρχών, της πίστης και της παράδοσης που συνοδεύει τις θρησκευτικές πρακτικές. Μεταξύ άλλων, το Άγιον Όρος είναι γνωστό για τη συνεχή και αδιάκοπη χρήση του παλαιού ιουλιανού ημερολογίου. Διαφοροποιείται έτσι από ένα μεγάλο μέρος της ορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας, που υπακούοντας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ακολουθεί το νέο γρηγοριανό ημερολόγιο.
Πώς προέκυψε ο διχασμός ανάμεσα στο παλαιό και το νέο ημερολόγιο;
Το ιουλιανό ημερολόγιο, που εισήγαγε ο Ιούλιος Καίσαρας το 45 π.Χ., αποτέλεσε το ημερολόγιο που ακολουθούσε ο χριστιανισμός στη μακραίωνη πορεία του. Ωστόσο, κατά τα τέλη του 16ου αιώνα, η επιστήμη της αστρονομίας εντόπισε ένα σφάλμα στο σύστημα των δίσεκτων ετών, γεγονός που οδήγησε τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ' να εισάγει ένα νέο ημερολογιακό σύστημα το 1582. Το νέο ημερολόγιο πήρε το όνομα του Πάπα (γρηγοριανό) και σταδιακά αντικατέστησε το ιουλιανό σε όλο τον δυτικό κόσμο.
Αν και η επικράτησή του ήταν εύκολη στις καθολικές χώρες, ωστόσο άργησε πολύ να εφαρμοστεί στις χώρες του ορθόδοξου χριστιανισμού. Όταν το ίδιο έτος ο Πάπας κάλεσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιερεμία Β΄ τον Τρανό να υιοθετήσει τη νέα χρονολόγηση, εκείνος απέρριψε με συνοδική απόφαση την πρότασή του. Το γρηγοριανό ημερολόγιο θεωρήθηκε ένα μέσο προσηλυτισμού και επιβολής της παράδοσης της καθολικής εκκλησίας επί των ορθοδόξων. Χρειάστηκε να περάσουν αιώνες, έως ότου το 1895 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος Ζ’ εξέφρασε:
“πόθους και ευχάς υπέρ ενός ενιαίου ημερολογίου δι’ άπαντας τους χριστιανικούς λαούς”.
Το 1903, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ’, σε συνεργασία με την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αποφάσισε πως:
“αι ορθόδοξαι Εκκλησίαι εν συνεννοήσει μετ’ αλλήλων και μετά της πολιτείας εκάστης αυτών δύνανται να επιχειρήσωσι τη μεταρρύθμισιν του νυν εν χρήσει παρ’ ημίν ημερολογίου συμφώνως προς τας προόδους και τα πορίσματα της αστρονομικής επιστήμης”.
Με την απόφαση αυτή κάλεσε όλες τις ορθόδοξες εκκλησίες να συνταχθούν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εγκαταλείποντας το ιουλιανό ημερολόγιο και υιοθετώντας το επιστημονικά ορθότερο γρηγοριανό.
Στην Ελλάδα η υιοθέτηση του νέου ημερολογίου ορίστηκε τον Ιανουάριο του 1923, με ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του την 16η Φεβρουαρίου του ίδιου έτους.
Ωστόσο, το Άγιον Όρος, μαζί με ορισμένες ακόμη παραδοσιακές ορθόδοξες κοινότητες, διατήρησε το ιουλιανό σύστημα.
Γιατί το Άγιον Όρος αρνήθηκε το νέο ημερολόγιο;
Όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Εκκλησία της Ελλάδος υιοθέτησαν το νέο γρηγοριανό ημερολόγιο, η αγιορείτικη κοινότητα αντιστάθηκε στην αλλαγή, παραμένοντας αμετακίνητη στη χρήση του παραδοσιακού ημερολογιακού συστήματος. Η απόφαση των μοναχών βασίστηκε στην ανησυχία πως κάθε αλλαγή στην ορθόδοξη πρακτική και παράδοση θα μπορούσε να αποτελέσει ένα βήμα προς τη δογματική καινοτομία. Η δυναμική θέση του Άθω ως πυλώνα της χριστιανοσύνης, τον κατέστησε εξ αρχής απρόσφορο σε πιθανές αλλαγές. Οι αθωνίτες πατέρες θεώρησαν πως η υιοθέτηση του γρηγοριανού ημερολογίου θα έθετε σε κίνδυνο την εκκλησιαστική ενότητα.
Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλες χριστιανικές ομάδες που αντιμετώπισαν εχθρικά την αλλαγή, η κοινότητα του Αγίου Όρους δεν αντιτάχθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και συνέχισε να μνημονεύει κανονικά τον πατριάρχη. Έτσι, η αθωνική πολιτεία διαχώρισε ειρηνικά τη θέση της, εξηγώντας τους λόγους και τις αιτίες που τη διέπουν.
Εξαίρεση αποτελεί η Ιερά Μονή Εσφιγμένου, η οποία διχάστηκε κατά τη δεκαετία του 1970 και διασπάστηκε σε δύο μοναστικές κοινότητες. Η επίσημα αναγνωρισμένη μονή ακολουθεί το πρότυπο όλων των αγιορείτικων κοινοτήτων, ενώ η αποστατούσα αρνείται τη μνημόνευση του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Τι σημασία έχει το παλαιό ημερολόγιο για την αγιορείτικη κοινότητα;
Για τους αγιορείτες μοναχούς, η προσήλωση στο παλαιό ημερολόγιο δεν αποτελεί ένα απλό ζήτημα χρονολόγησης. Πέραν της επιστημονικής αλήθειας και ακρίβειας του νέου ημερολογίου, η επιμονή στο παλαιό σύστημα αποτελεί έκφραση πνευματικής συνοχής, συνέχειας και αφοσίωσης στην Ορθόδοξη παράδοση.
Το ιουλιανό ημερολόγιο είναι αυτό που καθορίζει παραδοσιακά τον λειτουργικό κύκλο, ορίζοντας τις γιορτές και τις περιόδους νηστείας με τον ίδιο τρόπο από την ίδρυση της εκκλησίας του Χριστού. Οι μοναχοί βλέπουν το ημερολογιακό αυτό σύστημα ως έναν σύνδεσμο με το ιστορικό παρελθόν της ορθοδοξίας, διατηρώντας την ίδια χρονολόγηση με αυτή των αγίων και των πατέρων της Εκκλησίας.
Όπως υποστήριξε ο μοναχός Εφραίμ της Βατοπαιδινής Σκήτης Αγίου Ανδρέα:
“...στην πραγματικότητα εσείς είστε οι διορθωμένοι χρονικά και εμείς οι χρονικά αδιόρθωτοι, όσον αφορά την επιστήμη. Όσον αφορά την παράδοση θεωρείται ότι το παλαιό είναι πιο σωστό, ενώ το νέο είναι όχι λάθος, αλλά διορθωμένο…
[...]
Βλέπετε η Παναγία στην Τήνο κάνει θαύματα στη γιορτή της και με το παλαιό και με το νέο. Και στις 15 Αυγούστου και μετά από 13 ημέρες πάλι. Πότε είναι τελικά η γιορτή της;”
Πότε γιορτάζουν οι μοναχοί τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και τις υπόλοιπες πανηγύρεις;
Κατά συνέπεια, οι ημέρες εορτασμού των αγίων και των μεγάλων πανηγύρεων εντός του Άθω διαφέρουν από τις αντίστοιχες ημέρες εκτός της αγιορείτικης πολιτείας. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι μονές γιορτάζουν 13 ημέρες αργότερα από ό,τι οι ορθόδοξοι πιστοί που ακολουθούν το γρηγοριανό ημερολόγιο. Εξαιρέσεις παρατηρούνται ιδιαίτερα όσον αφορά τις κινητές εορτές. Σχετικά με το Πάσχα, αυτό γιορτάζεται την ίδια ημερομηνία από όλη την ορθόδοξη εκκλησία και συνεπώς και από τους αγιορείτες πατέρες.
Οι προσκυνητές που επισκέπτονται τον Άθω θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι και να γνωρίζουν τις γιορτές που συμπίπτουν με την επίσκεψή τους.
Σε κάθε περίπτωση, η ημερολογιακή αυτή διαφοροποίηση αποτελεί για τους μοναχούς μαρτυρία της δέσμευσης και της αφοσίωσής τους στη διατήρηση των ιερών δεσμών με την παράδοση της του Χριστού εκκλησίας.