Ιστορία και νεωτερικότητα
Η Σκήτη της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, γνωστή και ως Σκήτη Βογορόδιτσας, είναι χτισμένη σε μια πλαγιά με μεγάλο υψόμετρο. Είναι ενωμένη με τη Μονή Ξυλουργού, που ιδρύθηκε κατά το 1030 όταν ο π. Θεόδουλος αγόρασε τη γη από τη σημερινή Βατοπαιδινή Σκήτη Αγίου Δημητρίου. Το 1143 μεταβιβάστηκε στον Ρώσο ηγούμενο Χριστόφορο και το 1169 στους πατέρες της Μονής Θεσσαλονικέως (γνωστής και ως Παλαιομονάστηρο). Το 1312 ορίστηκαν τα σύνορά της σε σχέση με τα όρια της Μονής Βατοπαιδίου. Το 1340 ήταν εγκατεστημένοι εκεί Σέρβοι μοναχοί, υπό τον Στέφανο Ντουσάν. Μέχρι το 1800 η σκήτη λειτουργούσε ως βουλγαρική. Το 1818 αναγνωρίστηκε ως κοινοβιακή σκήτη και, μάλιστα, αποτέλεσε την πρώτη σε ολόκληρο το Άγιον Όρος.
Καθώς κατοικούνταν από βουλγάρους και σκοπιανούς μοναχούς, ο κοινοβιακός ναός αφιερώθηκε στον Άγιο Ιωάννη, τον ιδρυτή της Μονής της Ρίλα.
Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα η σκήτη υπέστη πολλές καταστροφές. Χρειάστηκε να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές αλλά και ο σεισμός του 1905. Μετά το 1917, έπειτα από την Οκτωβριανή Επανάσταση, η σκήτη άρχισε σταδιακά να παρακμάζει. Μόλις τα τελευταία χρόνια, οι ζημιές αποκαταστάθηκαν από τους μοναχούς της Ιεράς Μονής Αγίου Παντελεήμονος.