Η εικόνα της Παναγίας του Ακαθίστου Ύμνου, ή αλλιώς Παναγία των Χαιρετισμών, είναι τοποθετημένη στο παρεκκλήσι του Ακαθίστου που βρίσκεται στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Διονυσίου. Η εικόνα είναι φτιαγμένη από κηρομαστίχη. Μάλιστα, σύμφωνα με την παράδοση, αποτελεί έργο του Αποστόλου Λουκά.
Πρόκειται για ένα σπουδαίο κειμήλιο της μονής. Η ιστορία της πηγαίνει πίσω στη Βυζαντινή αυτοκρατορία και την περίοδο της πολιορκίας των Αβάρων. Κατά το 624 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ηράκλειος βρισκόταν μακριά από την πρωτεύουσα σε εκστρατεία εναντίον των Περσών. Με αφορμή την απομάκρυνσή του και την επακόλουθη μείωση της στρατιωτικής δύναμη της Πόλης, οι Άβαροι επιτέθηκαν διά θαλάσσης. Ο ελάχιστος στρατός που είχε απομείνει, καθώς και ο λαός της πρωτεύουσας, μη έχοντας άλλη ελπίδα στράφηκε στην Υπεραγία Θεοτόκο. Συγκεντρώθηκαν και τέλεσαν ολονύκτια αγρυπνία, κατά την οποία έψαλαν τον Ακάθιστο Ύμνο. Ακόμη, ο πατριάρχης Σέργιος ανέβηκε στα τείχη της Πόλης και λιτάνευσε την εικόνα της Θεοτόκου, μαζί με άλλα ιερά κειμήλια.
Η θαλασσοταραχή που ξέσπασε κατέστρεψε τα πλοία των Αβάρων. Όσοι επέζησαν από τη φουρτούνα τάχθηκαν σε φυγή, αναδεικνύοντας τους βυζαντινούς σε νικητές της μάχης, ενώ η Υπεραγία Θεοτόκος αποδείχθηκε το «απόρθητον τείχος», που σκέπει και φρουρεί τους πιστούς της.
Πολλούς αιώνες μετά, η εικόνα δωρίστηκε από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Γ’ τον Κομνηνό στον κτήτορα της μονής, τον Άγιο Διονύσιο. Συγκεκριμένα, του παραχωρήθηκε ως δώρο κατά τη συνάντηση των δύο αντρών το 1374 στην Τραπεζούντα.
Το 1592 η εικόνα κλάπηκε από τη μονή. Πειρατές που επιτέθηκαν στα μοναστήρια του Αγίου Όρους την απέσπασαν μαζί με άλλα πολύτιμα κειμήλια. Ωστόσο, δεν κατάφεραν να την απομακρύνουν καθώς ξέσπασε ισχυρή τρικυμία. Επιπλέον, η ίδια η Παναγία εμφανίστηκε στον αρχηγό του πληρώματος απαιτώντας την επιστροφή της εικόνας της στην αγιορείτικη μονή. Παίρνοντάς την στα χέρια του, ο πειρατής διέκρινε το μύρο που ανάβλυζε. Έντρομος διέταξε την επιστροφή στον Άθω. Μάλιστα, το θαύμα της Παναγίας οδήγησε μέρος του πληρώματος να εγκαταλείψει την πειρατεία και να ενδυθεί τον μοναχισμό.
Το 1767 η εικόνα κλάπηκε εκ νέου από τη μονή. Τελικά, εντοπίστηκε στη Σκόπελο. Αναγνωρίζοντας την αξία της οι κάτοικοι του νησιού αρνούνταν να την επιστρέψουν. Η θαυματουργική της χάρη έδρασε και πάλι οδηγώντας το ιερό κειμήλιο πίσω στην αθωνική του πατρίδα.
Μεταξύ άλλων, η εικόνα ονομάζεται και «Μυροβλύτισσα», καθώς δεν έπαψε ποτέ να αναβλύζει μύρο. Το θαύμα αυτό επιτελείται ανά τους αιώνες και φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Μάλιστα, στην επιφάνεια της εικόνας παρατηρείται έντονη φθορά εξαιτίας του μύρου. Οι φιγούρες του Χριστού και της Παναγίας διακρίνονται μετά βίας. Ωστόσο, γνωρίζουμε πως ακολουθούν τον εικονογραφικό τύπο της Γλυκοφιλούσας.
Όσον αφορά την επιμέρους διακόσμηση, γύρω από τις άγιες μορφές είναι σήμερα τοποθετημένο ένα περίτεχνο ανάγλυφο πλαίσιο. Περιμετρικά της ανθοφόρας διακόσμησής του, προστέθηκαν μεταγενέστερα επιμέρους ανάγλυφες αναπαραστάσεις των εικοσιτεσσάρων οίκων του Ακαθίστου Ύμνου.