Η εικόνα της Παναγίας Παπαδικής είναι τοποθετημένη στο προσκυνητάριο στη βορειοανατολική κολόνα του Καθολικού της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου. Ονομάζεται Παπαδική, ή “Πόπσκαγια” κατά τη σλαβική διάλεκτο, λόγω του ότι μεταφέρεται πάντοτε από τον κλήρο κατά τη διάρκεια των λιτανειών. Μια δεύτερη εκδοχή, θέλει το όνομά της να προέρχεται από το θαύμα που επιτέλεσε. Ένας αιρετικός ιερέας έκρυβε τις κακές του πράξεις και προσποιούνταν πως ήταν ορθόδοξος μπροστά στους υπόλοιπους μοναχούς. Κατά τη διάρκεια του αγιασμού, σε λιτανεία της εικόνας την οποία κρατούσε ο ίδιος, γλύστρισε, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε.
Πρόκειται για μια εικόνα διπλής όψης. Στην πίσω της πλευρά απεικονίζονται τα Εισόδια της Θεοτόκου, όπου και είναι αφιερωμένη η Ιερά Μονή Χιλανδαρίου.
Στη μπροστινή πλευρά απεικονίζεται η Παναγία, σύμφωνα με τον καθιερωμένο εικονογραφικό τύπο της Παναγίας Οδηγήτριας. Κρατάει το Θείο Βρέφος στο αριστερό της χέρι. Το κεφάλι της είναι ελαφρώς σκυμμένο προς τον Χριστό, ενώ το δεξί της χέρι στέκεται στο ύψος του στήθους ευλογώντας τους πιστούς. Ο Χριστός ευλογεί επίσης με το δεξί του χέρι, ενώ στο αριστερό κρατά έναν κλειστό πάπυρο. Το κάλυμμα της εικόνας, που δημιουργήθηκε το 1889, αφήνει ακάλυπτα μόνο τα πρόσωπα και τα χέρια των μορφών.
Παρά το γεγονός πως η μπροστινή πλευρά της εικόνας καλύπτεται από αγιογραφία μεταγενέστερης περιόδου (16ος-17ος αιώνες), η πίσω πλευρά έχει παλαιότερα υφολογικά χαρακτηριστικά και χρονολογείται από το 1360-1370. Έτσι, μπορούμε να τοποθετήσουμε τη δημιουργία ολόκληρου του έργου σε αυτή την προγενέστερη περίοδο.
Στην απεικόνιση των Εισοδίων της Θεοτόκου βλέπουμε την Παναγία σε ηλικία 3 ετών να πλησιάζει στον ναό του Σολομώντα. Εκεί την περιμένει ο Ζαχαρίας, ενδεδυμένος με τον παραδοσιακό ρουχισμό των Εβραίων αρχιερέων. Η Παναγία συνοδεύεται από επτά παρθένες που φέρουν λαμπάδες. Η σύνθεση συμπληρώνεται από τις μορφές των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, που συνομιλούν μεταξύ τους. Στο επάνω μέρος της εικόνας απεικονίζεται ο άγγελος που φέρει έναν ευλογημένο άρτο και τρέφει την Θεοτόκο.