Η διάκριση της πίστης από τη θρησκοληψία, τις προκαταλήψεις και τις δεισιδαιμονίες αποτελεί έναν διαχρονικό προβληματισμό για την ορθόδοξη χριστιανική κοινότητα. Είναι ένα καίριο ζήτημα που χαρακτηρίζει την ποιότητα και το βάθος της θρησκευτικής αφοσίωσης του ανθρώπου στον Θεό. Συχνά η σύγχυση των δύο εννοιών είναι τόσο έντονη, ώστε μεγάλο μέρος των πιστών να παραπλανάται. Ωστόσο, πρόκειται για δύο εξαιρετικά διαφορετικές καταστάσεις της ψυχής και του πνεύματος. Η πίστη φέρνει τον άνθρωπο σε σχέση με τον Θεό, είναι γεμάτη αγάπη, εμπιστοσύνη, ειρήνη και πνευματική διαύγεια. Η θρησκοληψία, από την άλλη, αποτελεί μια υπερβολή, είναι άκαμπτη, προσκολλημένη σε ειδωλολατρικές συχνά πρακτικές, περιορίζει το άτομο και προκαλεί αίσθηση φόβου.
Παρακάτω θα εξετάσουμε τις δύο έννοιες, τους κινδύνους που ενέχει η θρησκοληψία έναντι της αληθινής πίστης, καθώς και τη στάση της εκκλησίας απέναντι στις προκαταλήψεις.
Η πνευματική ποιότητα της ορθόδοξης πίστης
Η πίστη, στο πλαίσιο της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης, είναι μια βαθιά εσωτερική διαδικασία, η οποία προϋποθέτει και ενισχύει την εμπιστοσύνη στον Θεό. Ο πιστός δεν στηρίζει τις πεποιθήσεις του σε εξωτερικούς παράγοντες, αποδείξεις και συγκεκριμένες ενέργειες, αλλά επικεντρώνεται στην καρδιακή προσευχή και επιδιώκει τη διαύγεια του νου. Προσανατολίζεται έτσι σε μια κατάσταση γαλήνης, ελευθερίας και αγάπης.
Η ορθόδοξη θεολογία προσεγγίζει την πίστη ως έννοια που υπερβαίνει κατά πολύ τις επιμέρους θρησκευτικές πράξεις και τους κανόνες της εκκλησίας. Το άτομο οφείλει φυσικά να μετέχει στα εκκλησιαστικά γεγονότα, τα οποία όμως εκφράζει ψυχικά, νοώντας την παρουσία του σε αυτά ως γεγονός πνευματικό. Αντιστοίχως, η συνέπεια του πιστού ως προς τους κανόνες (τη νηστεία, την προσευχή κ.τ.λ.) αποτελεί εξίσου μια πνευματική επιλογή και προϋποθέτει την ελεύθερη βούληση του ατόμου. Η πίστη διαρρηγνύει τα δεσμά του φόβου και της ανασφάλειας, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στη Θεία πρόνοια και στην ατέρμονη μακροθυμία του Θεού. Δεν υποδεικνύει την εμμονή σε εξωτερικούς παράγοντες, σε σύμβολα, τελετουργίες και άλλου είδους ενέργειες. Το θεμέλιο και η ουσία της πίστεως βρίσκονται στην αγάπη, τη μετάνοια και τη νοητική διαύγεια του προσευχομένου.
Ο πιστός καλείται να υπερβεί την επιφάνεια των πραγμάτων, καλλιεργώντας μια βαθιά, ειλικρινή και γεμάτη ταπεινοφροσύνη σχέση με το πάντοτε παρόν πρόσωπο του Θεού. Η ευσέβεια της ορθόδοξης χριστιανικής λατρείας δεν εκτιμάται μέσω ενεργειών και πρακτικών κανόνων αλλά μέσα από πνευματικούς όρους και προϋποθέσεις, που αναδεικνύουν την βαθύτερη ψυχική ποιότητα του ατόμου.
Η έννοια της θρησκοληψίας
Η θρησκοληψία, από την άλλη πλευρά, εμφανίζεται ως υπερβολή. Ξεπερνά το μέτρο της ευσεβείας και της πίστης, είναι άκαμπτη και συχνά εμμονική με τους κανόνες, τα σύμβολα και τις τελετουργίες. Ο πιστός αναπτύσει την ανάγκη μιας «πνευματικής ασφάλειας». Αρχίζει έτσι να τελεί με κάθε λεπτομέρεια όλες τις επιμέρους θρησκευτικές πρακτικές. Η σχέση του με τον Θεό γίνεται ιδιοτελής και εγωκεντρική. Η πρακτική εφαρμογή των κανόνων μοιάζει με πανάκεια που οδηγεί στον Θεό, εξασφαλίζει τη σωτηρία του ανθρώπου και την εκπλήρωση των αιτημάτων του.
Τελικά, αντί να καταπραΰνει την ανησυχία του, καλλιεργεί τον φόβο, καθώς ο πιστός πείθεται πως οποιαδήποτε απόκλιση από τα προβλεπόμενα μπορεί να οδηγήσει στην τιμωρία ή την εγκατάλειψή του από τον Θεό-πατέρα. Η θρησκοληψία, αντί να προσφέρει μια γαλήνια και απελευθερωτική στάση ζωής, καταλήγει να δεσμεύει τον άνθρωπο με άκαμπτους κανόνες, οι οποίοι μάλιστα δεν απορρέουν πάντα από τις βασικές αρχές της θεολογίας αλλά από παρερμηνείες ή υπερβολές. Ο θρησκόληπτος άνθρωπος εξαρτάται υπερβολικά από τους εξωτερικούς παράγοντες, τα φυλαχτά και τα ιερά αντικείμενα, στα οποία εναποθέτει κάθε ελπίδα για πνευματική ασφάλεια. Η στάση αυτή τον απομακρύνει τελικά από την ουσία της πίστης, οδηγώντας τον σε μια εσωτερική κατάσταση άγχους και αγωνίας.
Ο πιστόος προσφεύγει συχνά στη θρησκεία χρησιμοθηρικά. Εκμεταλλεύεται τα μέσα που αυτή του παρέχει, αντιμετωπίζοντάς τα ως εργαλεία ή μαγικά αντικείμενα. Χρησιμοποιεί το λιβάνι δίνοντας περισσότερη βαρύτητα στο υλικό παρά στην προσευχητική διαδικασία. Φοράει το κομποσκοίνι πιστεύοντας πως αυτό θα του παρέχει θαυματουργικά ό,τι αιτηθεί. Χρησιμοποιεί το μύρο αναμένοντας να δει τα αποτελέσματά του. Φοράει το φυλαχτό με την ευλογία της Τιμίας Ζώνης της Θεοτόκου και αναζητά κανονιστικούς όρους για την αποτελεσματικότητά του. Η μηχανιστική αυτή προσέγγιση είναι λανθασμένη. Πρόκειται για μια φαρισαϊκή συμπεριφορά που μειώνει την ένταση της πνευματικής αφοσίωσης του πιστού.
Τα ιερά μέσα που παρέχονται από την εκκλησία αποτελούν ευλογία για όποιον τα προμηθεύεται και τα χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του. Υπάρχουν ορισμένες γενικές συμβουλές για τη χρήση τους, χρειάζεται όμως διάκριση προκειμένου αυτά να αποβούν ψυχωφελή. Είναι σημαντικό ο πιστός να συμβουλεύεται τον πνευματικό του πατέρα. Εκείνος δύναται να τον καθοδηγήσει στην πνευματική του πορεία, να του διδάξει τον ορθό τρόπο προσευχής, νηστείας και στάσης ζωής.
Οι αιτίες της πνευματικής παραπλάνησης
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που ενεργούν παρασύροντας τον άνθρωπο στις δεισιδαιμονίες και τη θρησκοληψία. Η πιο σημαντική αιτία που ωθεί τους πιστούς σε μια εσφαλμένη πραγματιστική πρόσληψη, είναι ο φόβος για το άγνωστο, η ανασφάλεια απέναντι στις προκλήσεις της ζωής, η αμφιβολία και η έλλειψη πνευματικής δύναμης. Ο άνθρωπος παρασύρεται σε έναν τυπικό και επιφανειακό τρόπο πίστης προκειμένου να εξασφαλίσει με εξωτερικές ενέργειες, τις οποίες μπορεί εύκολα να ελέγξει, τη σωτηρία του και την εύνοια του Θεού.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η θρησκοληψία ενισχύεται ακόμη από το κοινωνικό περιβάλλον, από παραδόσεις και δεισιδαιμονίες που περνούν από γενιά σε γενιά. Πράγματι, όλες οι κουλτούρες διαθέτουν πρακτικές και τελετουργίες που εφορμούν από θεολογικές πεποιθήσεις, χάνουν όμως την ουσία τους προσπίπτοντας σε υπερβολές και παρανοήσεις της εκκλησιαστικής αλήθειας.
Τα αποτελέσματα των προκαταλήψεων και των δεισιδαιμονιών
Οι προκαταλήψεις και οι δεισιδαιμονίες περιορίζουν την ελευθερία και την ευελιξία του ατόμου, καταστέλλοντας παράλληλα την πνευματική του πρόοδο. Πέρα όμως από την προσωπική δυσκαμψία, ωθούν τον άνθρωπο σε πνευματικά αμαρτήματα. Η τυφλή υποταγή και η επιμονή σε κανόνες που στερούνται θεολογικού περιεχομένου γίνεται εμμονή, η οποία εν συνεχεία παράγει την κατάκριση, την αυστηρότητα απέναντι στους άλλους και την υιοθέτηση μιας ηθικιστικής στάσης, η οποία δεν αναπτύσσεται ούτε και εκδηλώνεται αγαπητικά. Ο θρησκόληπτος άνθρωπος γίνεται καχύποπτος τόσο με τον εαυτό του, όσο και με τους γύρω του.
Επιπλέον, η αυστηρότητα και ο ηθικισμός δημιουργούν, συχνά, αίσθημα θυμού και καταπίεσης είτε στο ίδιο το άτομο είτε στους ανθρώπους που βρίσκονται πλάι του, με αποτέλεσμα η πίστη και η χριστιανική θρησκεία να απορρίπτονται τελικά για λόγους εσφαλμένους,. Η περίπτωση αυτή είναι ιδιαίτερα συχνή μεταξύ των νέων. Η δύστροπη και ανειλικρινής στάση των γονέων καλλιεργεί την αντίδραση των παιδιών, τα οποία αρνούνται την πίστη στον Θεό έχοντας συσσωρεύσει δυσάρεστα βιώματα, αντί για στιγμές ειρήνης και θαλπωρής.
Η πίστη ως επιλογή ελευθερίας
Η αληθινή πίστη, σε αντίθεση με τη θρησκοληψία, δίνει στον άνθρωπο την ελευθερία και τη χαρά της παρουσίας του Θεού. Ο πιστός που βιώνει ειλικρινά την ορθόδοξη πίστη, μετέχοντας όχι μόνο με την παρουσία του αλλά και με την ψυχική του διάθεση στα μυστήρια και τις παραδόσεις της εκκλησίας, ζει εντός της σχέσης του με τον Θεό. Η πίστη δεν είναι εμμονή σε κανόνες και σύμβολα αλλά εμπειρία ενότητας με το πρόσωπό Του.
Έτσι, δεν παρέχονται εγγυήσεις και ανταλλάγματα, ενώ ο πιστός είναι απελευθερωμένος από την ανάγκη του να αποδείξει την αφοσίωσή του μέσω αυστηρών και μηχανικών πράξεων. Είναι ταπεινός και δέχεται τη ζωή, προσεγγίζοντας πνευματικά τις επιμέρους εκφάνσεις της.
Η στάση της εκκλησίας
Η ίδια η ορθόδοξη εκκλησία κατηχεί τους πιστούς της προκειμένου να μπορούν να διακρίνουν την υπερβολή από την ειλικρινή και ταπεινή πνευματική έκφραση. Τονίζει, μάλιστα, πως η προσήλωση σε πραγματιστικά μέσα μπορεί να αποβεί ειδωλολατρική τάση και πράξη αιρετική. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει:
«Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτὰ ἀπὸ τῶν εἰδώλων» (Α’ Ιωάν. 5, 21)
Ακόμη, η θρησκοληψία αποτυπώνεται μέσα από την Καινή Διαθήκη στο πρόσωπο των Φαρισαίων, τους οποίους ο Χριστός αποκαλεί:
«…τάφους κεκονιαμένους, οι οποίοι έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας» (Ματθ, κγ 33, 27)
Διδάσκεται έτσι η ορθή προσέγγιση του χριστιανισμού, σε αντιπαραβολή με την υποκριτική στάση των Φαρισαίων.
Γενικά, η εκκλησία καλεί τον κάθε χριστιανό να κατηχηθεί και να μελετήσει σε βάθος τα κείμενα των Πατέρων της εκκλησίας, προκειμένου να διαφύγει του κινδύνου του φαρισαϊσμού. Το μυστήριο της εξομολόγησης και η συμβολή των πνευματικών πατέρων είναι ιδιαίτερα σημαντικά στον αγώνα αυτό, όπου ο άνθρωπος καλείται να αναπτύξει μια υγιή και ειλικρινή πίστη.
Αγαπητοί αδελφοί, στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα θα βρείτε αγιάσματα, >θυμίαμα, ιαματικά έλαια και κομποσκοίνια που πλέκουν οι μοναχοί στο εργόχειρό τους.
Είθε ο Κύριος, δια των προσευχών της προστάτιδός μας Υπεραγίας Θεοτόκου, να ευλογεί εσάς, την οικογένειά σας και όλους σας τους αγαπημένους!