Αυγούστα, Αυτοκράτειρα Ρώμης
Μάρτυρας
Η Αγία Μάρτυς Αυγούστα, γνωστή και ως Βασίλισσα, έζησε στους 3ο–4ο αιώνες και ήταν σύζυγος του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μαξιμιανού, ενός από τους πιο σκληρούς διώκτες των Χριστιανών. Το όνομα «Αυγούστα» δηλώνει τον υψηλό τίτλο που αποδιδόταν στις αυτοκράτειρες, ενώ «Βασίλισσα» είναι το ελληνικό ισοδύναμο με τη σημασία «βασίλισσα».
Γεννήθηκε σε αριστοκρατική ειδωλολατρική οικογένεια, έλαβε λαμπρή μόρφωση και διακρινόταν για την ομορφιά, τη σύνεση και τις διπλωματικές της ικανότητες. Μετά τον γάμο της με τον Μαξιμιανό κατέλαβε εξέχουσα θέση στην αυλή, συμμετείχε στις κρατικές υποθέσεις και ασκούσε επιρροή στο περιβάλλον του παλατιού.
Παρά το ειδωλολατρικό και σκληρό περιβάλλον, η Αυγούστα διατήρησε την εσωτερική της καθαρότητα και την αναζήτηση της αλήθειας. Η πνευματική της πορεία άρχισε όταν παρατηρούσε τους Χριστιανούς που διώκονταν και θανατώνονταν με διαταγή του συζύγου της. Η συνάντηση με την Αγία Μεγαλομάρτυρα Αικατερίνη την Αλεξανδρινή, η οποία βρισκόταν στη φυλακή, αποτέλεσε καθοριστικό σημείο της ζωής της, ξυπνώντας μέσα της το ενδιαφέρον για την πίστη και οδηγώντας την στην πνευματική μεταμόρφωση.
Η Αυγούστα επισκεπτόταν κρυφά το δεσμωτήριο όπου κρατείτο η Αικατερίνη και συζητούσε μαζί της για την πίστη, το νόημα της ζωής και τον αληθινό Θεό. Οι συνομιλίες αυτές συγκίνησαν βαθιά την αυτοκράτειρα, και σταδιακά άρχισε να εγκαταλείπει τις ειδωλολατρικές τελετές, προσανατολιζόμενη ολοένα και περισσότερο στον Χριστιανισμό. Η Αικατερίνη έγινε η πνευματική της καθοδηγήτρια, εξηγώντας τα θεμέλια της πίστεως και διηγούμενη τη ζωή του Χριστού και τα μαρτύρια των Αποστόλων.
Σε λίγο η Αυγούστα βαπτίστηκε κρυφά από τον σύζυγο και την αυλή και άρχισε να ζει ως Χριστιανή. Αρνήθηκε να συμμετέχει σε ειδωλολατρικές εορτές, διέκοψε τις θυσίες και άρχισε να βοηθά τους φυλακισμένους Χριστιανούς με τροφή, ρούχα και παρηγοριά.
Ύστερα από μήνες κρυφής διακονίας, η Αυγούστα αποφάσισε να ομολογήσει δημόσια την πίστη της. Καταδίκασε τους ειδωλολατρικούς θεούς και κατηγόρησε τον Μαξιμιανό για σκληρότητα και πνευματική τύφλωση. Ο αυτοκράτορας θεώρησε την πράξη αυτή προδοσία και διέταξε αμέσως τη σύλληψή της. Η Αυγούστα φυλακίστηκε, ανακρίθηκε και απειλήθηκε. Της ζήτησαν να αρνηθεί τον Χριστό, υποσχόμενοι ζωή και επάνοδο στην προηγούμενη θέση, αλλά εκείνη αρνήθηκε ακλόνητα. Η σταθερότητά της ενέπνευσε άλλους κρατουμένους, και ακόμη και ορισμένοι δεσμοφύλακες άρχισαν να ενδιαφέρονται για την πίστη.
Ο Μαξιμιανός, μη θέλοντας δημόσιο σκάνδαλο, διέταξε τη μυστική εκτέλεσή της. Το μαρτύριό της έγινε γύρω στο 305 μ.Χ., λίγο μετά τον θάνατο της Αικατερίνης, με την οποία συνδεόταν πνευματικά. Ο θάνατός της ήταν η τελική νίκη του πνεύματος έναντι της εξουσίας, της αγάπης έναντι του φόβου. Το σώμα της θάφτηκε κρυφά από Χριστιανούς, και ο τόπος της ταφής έγινε χώρος προσευχής και τιμής.
Η μνήμη της τιμάται στις 7 Δεκεμβρίου, ως ημέρα πνευματικού θριάμβου και ομολογίας της πίστεως.