Ο γέροντας Σωφρόνιος, στο βιβλίο του «Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», διηγείται πώς ο νεαρός δόκιμος Συμεών, ο μετέπειτα μοναχός Σιλουανός, προσευχόταν αδιάκοπα στον Θεό και ζητούσε την άφεση των αμαρτιών του. Μια μέρα, μετά από πολύωρη και κατανυκτική προσευχή, πήγε στον εσπερινό στο παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία. Εκεί, αφού προσευχήθηκε με την ευχή «Κύριε Ιησού, ελέησόν με τον αμαρτωλό», είδε ένα όραμα. Στα δεξιά της βασιλικής πύλης, στο σημείο όπου βρισκόταν η εικόνα του Χριστού, είδε τον ίδιο τον Ιησού να περιβάλλεται από το φως της Θεότητος. Η ψυχή του γέμισε με ανείπωτη καλοσύνη. Ήταν απόδειξη της συγχώρεσης όλων των αμαρτιών του, ως αποτέλεσμα της μεγάλης πίστης, της ταπεινοφροσύνης και της αδιάλειπτης προσευχής.
Η εικόνα που απεικονίζει το γεγονός, αναπαριστά τον Χριστό ολόσωμο, να περπατά πάνω στα σύννεφα. Με το δεξί Του χέρι ευλογεί, και με το αριστερό κρατάει ανοιχτό το Ευαγγέλιο με το κείμενο: «Τότε ο Ιησούς είπε στους μαθητές Του: “Όποιος θέλει να έρθει μαζί μου, να αρνηθεί τον εαυτό του, να σηκώσει τον σταυρό του, και να με ακολουθήσει. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα πρέπει να τη χάσει, και όποιος τη χάσει για χάρη μου, θα την κερδίσει”» (Ματθαίος 16 24-25).
Ο Χριστός είναι ντυμένος με χιτώνιο σε χρώμα ώχρας. Στο φωτοστέφανό Του αναγράφεται με κόκκινα γράμματα «Ο όντως ων» και «Ιησούς Χριστός». Όσον αφορά τα υφολογικά χαρακτηριστικά της, η εικόνα τοποθετείται στη σφαίρα επιρροής του 19ου αιώνα.