Τα κράνμπερι μπορούν να αναστείλουν την ανάπτυξη και των πολλαπλασιασμό καρκινικών κυττάρων του μαστού, του δέρματος, του παχέος εντέρου, των πνευμόνων, του εγκεφάλου και του προστάτη. Τα περιεχόμενα αντιοξειδωτικά μείνουν τα επίπεδα της κακής LDL-χοληστερόλης, ενώ αντίθετα αυξάνουν τα επίπεδα της καλής HDL-χοληστερόλης, συμβάλλοντας έτσι στον περιορισμό του σχηματισμού της αθηρωματικής πλάκας στον αυλό των αγγείων. Επιπλέον, η αντιφλεγμονώδης δράση κάποιων άλλων συστατικών τους, καθιστούν τα κράνμπερι μια τροφή που μπορεί να προλάβει την εμφάνιση των καρδιαγγειακών νοσημάτων πληρέστερα από άλλες.
Το πιο γνωστό ίσως όφελος που απορρέει από την κατανάλωση των κράνμπερι είναι η πρόληψη των λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί πως τα κράνμπερι παρεμποδίζουν την προσκόλληση των βακτηρίων στα τοιχώματα της ουροποιητικής οδού.
Όσον αφορά στη γενικότερη αντιβακτηριδιακή τους δράση, τα κράνμπερι προστατεύουν από το σχηματισμό της οδοντικής πλάκας και συμβάλλουν στην εκρίζωση του H. Pylori, του μικροοργανισμού που είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του έλκους στομάχου.