Τα Χριστούγεννα, ως Δεσποτική εορτή, είναι μία από τις σπουδαιότερες στιγμές του εκκλησιαστικού έτους. Η τιμή που αποδίδουμε στο γεγονός της Γεννήσεως δεν προκύπτει απλώς από την ιστορική σημασία της παρουσίας του Χριστού στη γη, αλλά πολύ περισσότερο από τη θεολογική ερμηνεία της ενσάρκωσης του Υιού του Θεού. Η Γέννηση του Ιησού Χριστού αποτελεί την απαρχή της σωτηρίας του γένους των ανθρώπων. Τα Χριστούγεννα είναι αφορμή χαράς και ελπίδας, απόδειξη της Θείας πρόνοιας και της αγάπη του Θεού για το δημιούργημά Του.
Οι ύμνοι των Χριστουγέννων
Στους ύμνους των Χριστουγέννων αποτυπώνεται με ενάργεια ο θεολογικός πλούτος του γεγονότος της Γεννήσεως. Μέσα από τους στίχους και τη χαρμόσυνη μελωδία εκφράζεται το μυστήριο της Θείας ενανθρωπίσεως, η άκρα ταπείνωση και η άφατη αγάπη του Θεού για την ανθρωπότητα. Παράλληλα, μέσα από την πίστη και την πνευματική χάρη των υμνογράφων της εκκλησίας μας, δίνεται στον κάθε χριστιανό η δυνατότητα να μετέχει στη χαρά του μυστηρίου της ενανθρωπίσεως αναφωνώντας με θαυμασμό και δέος τα λόγια των χριστουγεννιάτικων ύμνων.
Απολυτίκιο
Η Γέννησίς Σου, Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως· εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο, Σε προσκυνείν, τον Ήλιον της δικαιοσύνης, και Σε γινώσκειν εξ ύψους ανατολήν, Κύριε, δόξα Σοι.
Η στίχοι αλλά και η δυναμική της μουσικής σύνθεσης του απολυτίκιου των Χριστούγεννων αναδεικνύουν το μεγαλείο του γεγονότος. Η Γέννηση του Χριστού φέρνει στον κόσμο το φως. Η άλλοτε συσκοτισμένη από τα πάθη και τις αμαρτίες ανθρωπότητα, βρίσκει το φως στο πρόσωπο του Σωτήρα. Η παρουσία του Χριστού στη γη φέρνει την ελπίδα, τη φανέρωση της αλήθειας και την ανάδειξη την οντολογικής προοπτικής του ανθρώπου. Ο πλανεμένος και βυθισμένος στην άγνοια κόσμος υποδέχεται τον Θεό-πατέρα, που παίρνει σάρκα και οστά και φανερώνεται μέσα από το μεγαλείο της ταπείνωσής Του. Οι μάγοι, πρόσωπα σοφά και καλλιεργημένα, που αναζητούν τη γνώση στην κτιστή πραγματικότητα, μελετώντας τον ουρανό και τα άστρα, βρίσκουν τη σοφία στο πρόσωπο του νεογέννητου Χριστού. Τον αναγνωρίζουν και Τον προσκυνούν ως «ήλιο της δικαιοσύνης» που «ανατέλλει», ως φως που προέρχεται από το ύψος του ουρανού και όχι από τη γη. Μέσα από το απολυτίκιο των Χριστουγέννων υπογραμμίζεται η σημασία της Γεννήσεως ως γεγονότος που φέρνει στον κόσμο το φως της θεογνωσίας, αποκαλύπτει στον άνθρωπο το πρόσωπο του Θεού και την αληθινή πηγή της σοφίας.
Κοντάκιο
Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν ὑπερούσιον τίκτει, καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετὰ Ποιμένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι. Δι᾿ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.
Το κοντάκιο της γιορτής των Χριστουγέννων αναδεικνύει εξίσου τη δόξα της ενανθρωπίσεως, ενώ παράλληλα επισημαίνει την παρουσία των επιμέρους προσώπων στο γεγονός της Γεννήσεως, με σημαντικότερη όλων τη μετοχή της Υπεραγίας Θεοτόκου. Η Παναγία είναι ένα από τα σπουδαιότερα πρόσωπα της ορθόδοξης χριστιανικής θεολογίας. Είναι αυτή χάρη στην οποία δόθηκε στον άνθρωπο η δυνατότητα της σωτηρίας. Η ενσάρκωση του Θεού θα παρέμενε ανέφικτη δίχως τη δική της συγκατάθεση, την αγιότητα και την πάναγνη βούλησή της. Η Θεοτόκος κράτησε στα σπλάχνα της τον Κύριο, δίνοντάς Του σάρκα εκ της σαρκός της. Τον κυοφόρησε και, όπως μαρτυρούν ακόμη και τα κάλαντα των Χριστουγέννων, Τον έφερε στον κόσμο με όλο τον κόπο και τον πόνο του τοκετού. Έδειξε άκρατη ταπείνωση και, παραδίδοντας τον εαυτό της στον Κύριο, γέννησε τον Υιό Του μέσα σε ένα σπήλαιο.
Αναφέρεται, λοιπόν, στον παραπάνω ύμνο προκειμένου να δηλωθεί η σπουδαιότητα της μετοχής της στη γέννηση του «υπερούσιου», αυτού που υπερβαίνει τη φύση και την υλική πραγματικότητα. Η γη προσφέρει στον «απρόσιτο» Χριστό ένα σπήλαιο, οι άγγελοι και οι βοσκοί Τον δοξολογούν, ενώ οι μάγοι γρηγορούν για να προλάβουν τη γέννησή Του. Το κοντάκιο κλείνει με την παρουσία όλων μας, υπενθυμίζοντας πως η γέννηση του Χριστού παροντοποιείται στις ζωές όλων μας, γίνεται για εμάς και μας τοποθετεί ενώπιόν Του. Ο άχρονος Θεός, γεννιέται ως με τη μορφή μικρού παιδιού προκειμένου να προσφέρει στον άνθρωπο της κάθε εποχής τη δυνατότητα της πνευματικής σωτηρίας.
Οίκος
Ὑψηλὲ βασιλεῦ, τί σοι καὶ τοῖς πτωχεύσασι;
Ποιητὰ οὐρανοῦ, τί πρὸς γηΐνους ἤλυθας;
Σπηλαίου ἠράσθης ἢ φάτνῃ ἐτέρφθης;
Ἰδοὺ οὐκ ἔστι τόπος τῇ δούλῃ σου ἐν τῷ καταλύματι·
Μεταξύ άλλων, το συγκεκριμένο απόσπασμα από τους ύμνους των Χριστουγέννων αναδεικνύει την ατέρμονη και ανιδιοτελή αγάπη του Θεού. Ο υμνογράφος απορεί μπροστά στην ταπείνωση και την παραχωρητικότητα της θεϊκής φύσης. Προσκυνά τον Κύριο που κατέβηκε μεταξύ των πεπτωκότων και κατοίκησε μέσα στο σπήλαιο εξαιτίας της ασυγκράτητης αγάπη Του για το δημιούργημά Του. Αναρωτιέται:
Υπέροχε Βασιλιά, ποια σχέση έχεις Εσύ μ᾿ εκείνους που πτώχευσαν;
Δημιουργέ του ουρανού, γιατί ήρθες σε αυτούς που είναι φτιαγμένοι από χώμα;
Αγάπησες το Σπήλαιο η ζήλεψες τη Φάτνη;
Να που δεν βρίσκεται ούτε δωμάτιο για τη δούλη Σου στον χώρο που φιλοξενείται.
Η υμνολογία συνδέεται άμεσα με τη λειτουργική ζωή της εκκλησίας. Μέσα από την πνευματικότητα των στίχων και την βυζαντινή μουσική παράδοση, οι πιστοί καλούνται να μετέχουν ενεργά στη χαρά του μυστηρίου και στον εορτασμό της Γεννήσεως. Ο κάθε άνθρωπος ωθείται μέσα από τους ύμνους των Χριστουγέννων να βιώσει τη σωτηριολογική σημασία της γιορτής, να δοξάσει τον Θεό και να νιώσει την παρουσία του στον κόσμο. Παράλληλα, μέσα από τους ύμνους της η Εκκλησία παροντοποιεί το θαύμα και μεταδίδει το διαχρονικό μήνυμα της θείας αγάπης ανά τους αιώνες.